Αλλά, αντιλήφθηκα επίσης πως ο πόνος που προκαλεί η σκέψη πως ο έρωτάς μας δεν ανήκει στο πρόσωπο που τον εμπνέει, ένας πόνος που ένιωσα αρχικά σε σχέση με τη Ζιλμπέρτ, για δύο λόγους είναι ευεργετικός.
Ο πρώτος και λιγότερο σημαντικός είναι ότι, αν και η ζωή είναι μικρή, μόνο όταν υποφέρουμε βλέπουμε μερικά πράγματα που άλλες φορές είναι κρυμμένα.
Καθόμαστε μπροστά σ’ ένα παράθυρο σε άσχημη θέση που βλέπει όμως σε μιαν απέραντη θάλασσα, και μόνο στη διάρκεια μιας θύελλας, όταν οι σκέψεις μας ερεθίζονται από κινήσεις που αλλάζουν συνεχώς, ανυψώνονται σε τέτοιο επίπεδο που μπορούμε να δούμε όλη τη νομοτελειακή απεραντοσύνη που κάτω από κανονικές συνθήκες, όταν ο ήρεμος καιρός της ευτυχίας της δίνει μιαν απαλότητα, βρίσκεται κάτω απ’ το οπτικό μας πεδίο.
Ίσως μόνο για λιγοστές μεγάλες ιδιοφυίες να υπάρχει πάντοτε αυτή η κίνηση της σκέψης, ανεπηρέαστη από τις εξάρσεις της προσωπικής λύπης. Μπορούμε όμως άραγε να είμαστε βέβαιοι, όταν σκεπτόμαστε την πλατειά και κανονική ανάπτυξη των χαρωπών δημιουργημάτων τους, πως δε γίνεται να συνάγουμε εύκολα από τη χαρά που αποπνέει το έργο τους ότι υπήρχε χαρά και στη ζωή τους, που ίσως αντίθετα να ήταν σχεδόν πάντοτε δυστυχισμένη;
Αλλά ο κυριότερος λόγος είναι ότι, αν ο έρωτάς μας είναι όχι μόνο ο έρωτας για την οποιανδήποτε Ζιλμπέρτ (και αυτό το γεγονός είναι που μας φαίνεται τόσο οδυνηρό), η αιτία δεν είναι πως είναι επίσης ο έρωτας κάποιας Αλμπερτίν αλλά ότι είναι ένα κομμάτι του νου μας πιο ανθεκτικό από τα διάφορα εγώ που σταδιακά πεθαίνουν μέσα μας και τα οποία θα ήθελαν, μέσα στην εγωπάθειά τους, να κρατήσουν για τον εαυτό τους, ένα κομμάτι του νου μας που πρέπει, όσο κι αν μας πονά (και ο πόνος μπορεί τελικά να μας κάνει καλό), να αποσπαστεί από τα άτομα έτσι ώστε να αποκαταστήσει το όλο και να προσφέρει τούτο τον έρωτα, την κατανόηση του έρωτα αυτού, σε όλους, στο πνεύμα το συμπαντικό και όχι τούτο ή τ’ άλλο, με τα οποία τούτο ή τ’ άλλο από τα εγώ που υπήρξαμε στο παρελθόν διαδοχικά θα ήθελε να συγχωνευθεί.
Μαρσέλ Προύστ, «Ο ξανακερδισμένος χρόνος», Εκδόσεις Διώνη