Η βραβευμένη με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας για το 2010 και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της ποίησης, Κική Δημουλά, γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου του 1931.
-Από τον κόσμο των γρίφων φεύγω ήσυχη. Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα: δεν έλυσα κανένα. (Άφησα να μην ξέρω)
-Κυνηγέ, υποπτεύομαι γιατί σκοτώνεις τα πουλιά. Τα απωθημένα σου φτερά εκδικείσαι. […] Ηρέμησε λοιπόν. Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς, μα δε σκοτώνω άστρα. (Εκρηκτικό πόρισμα)
-Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα, εγώ σε λέω γυναίκα αμέσως. Όχι γιατί γυναίκα σε παρέδωσε στο μάρμαρο ο γλύπτης κι υπόσχονται οι γοφοί σου ευγονία αγαλμάτων, καλή σοδειά ακινησίας. Γιατί τα δεμένα χέρια σου, που έχεις όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω, σε λέω γυναίκα. Σε λέω γυναίκα γιατ’ είσ’ αιχμάλωτη. (Σημείο αναγνωρίσεως)
-Ρωτάς από πού ως πού γράφω τη συμπόνοια με όμικρον γιώτα. Ποιος ξέρει, θα με παρέσυρε η άπνοια, ο ανοίκειος, το ποίημα, η οίηση, το κοιμητήριο, η οικουμένη, το οικτρόν και η αοιδός επιθυμία απ’ την αρχή να ξαναγραφόταν ο κόσμος. Εξάλλου, σου θυμίζω, η συμπόνια πρωτογράφτηκε λάθος από το θεό. (Γράψε λάθος)
-Συνδυασμοί πολλοί, αλλά πόσοι γνώρισαν τη ρηματική του «ζω» απεραντοσύνη. (Γράψε λάθος)
-Μη μελαγχολείς την ανάστασή σου. Είδες ποτέ σου θαύμα να χάλασε χατίρι παραμυθένιας τύχης; (Η ταχεία ανάρρωση της απληστίας)
-Από τα όνειρα που ανάθρεψα το πιο πονετικό μου: να μη γερνάω μόνη. (Απροσδοκίες)
-Αυτάρκες είναι μόνο το μάταιον. (Καρτούν)
-Τον έρωτα όχι, όχι εσύ, Ανάγκη, τον έρωτα τον έπλασε ο Θάνατος, από άγρια περιέργεια να εννοήσει τι είναι ζωή. (Ανώνυμο)
-Απ’ ό,τι άργησε να ‘ρθει κι από το τι δεν ήρθε, χειρότερα μας φέρθηκε αυτό που περιμέναμε τι είναι μη γνωρίζοντας. (Άτιτλο)
-Φυσικά κι ονειρεύομαι. Ζει κανείς μόνο μ’ ένα ξερό μισθό; (Συνέντευξις)