Από τον Θοδωρή Φαχουρίδη
Μια φορά και έναν καιρό το hip hop «απάτησε» τους μαύρους ήχους για τα μάτια της ηλεκτρόνικα, της τζαζ, της dub και άλλων παράνομων δεσμών, ήταν χαλαρών ηθών βλέπετε, «ταξιδεύοντας» με αφετηρία το καζάνι του Μπρίστολ σε όλο τον κόσμο. Ο καρπός αυτών των δεσμών ήταν μερικά πανέμορφα παιδιά που άκουγαν στο όνομα Trip Hop. Αποκορύφωμα η περίοδος του μέσου της δεκαετίας του ’90, όταν στην άλλη πλευρά του ατλαντικού το gangsta rap με τη φόρα που πήρε από τα τέλη του 80 μεσουρανούσε και στις δύο «αντίπαλες» πλευρές των ΗΠΑ.
Ας θυμηθούμε μερικές μόνο από τις στιγμές ενός μουσικού δρόμου που ακόμη περπατείται αν και τα φώτα της δημοσιότητας δεν το προτιμούν πια. Διάλεξα κομμάτια που είτε ανήκουν 100% στο είδος αλλά και κάποια που έχουν επηρεαστεί ηχητικά από αυτό.
Tricky – Overcome (LP: Maxinquaye - 1995)
Το προσωπικό ντεμπούτο του The Wild Bunch, Massive Attack, Tricky Kid, το μουσικό ιστορικό και ένα από τα ονόματα του κυρίου Adrian Thaws. Σκοτεινός προσωπικός, εξού και το όνομα της μητέρας του στον τίτλο. Αξεπέραστο, ακόμη και σήμερα μέσα στο υποβλητικό σκηνικό του. Ο ίδιος λίγα χρόνια αργότερα θα πει «αν υποτίθεται ότι ανακάλυψα το είδος ας το ονομάσουμε Tricky Hop», υπερθεματίζοντας με την ειρωνεία που εμπεριέχει η δήλωση ότι ο δίσκος είναι πολλά περισσότερα από αυτό που εξελίχθηκε το ταξιδιάρικο χιπ χοπ. Στα φωνητικά το έτερο ήμισυ, η τότε 19χρονη, Martina Topley-Bird ερμηνεύει one take και στη θέση του παραγωγού μεταξύ άλλων Howie Β. και κυρίως ο Mark Saunders. Ο δεύτερος και σε άλλους ρόλους αφού ο καλλιτέχνης δεν είχε ιδέα περί τεχνικής sampling που τότε ήθελε κόπο με τον πρωτόγονο του για τα σημερινά δεδομένα τρόπο. Θεωρείται και όχι άδικα κατά τη γνώμη μου, ο ορισμός του είδους, τουλάχιστον στις στιγμές που ακουμπάει στο θέμα μας ηχητικά (το να συνεργάζεσαι με μια speed metal μπάντα από το Μάντσεστερ, και να διασκευάζεις Public Enemy, Black Steel In The Hour Of Chaos, δεν το λες οτιδήποτε πόσο μάλλον κάτι με το χοπ ως συνθετικό!). Η Βία και η ομορφιά ποτέ δε συνυπήρχαν έκτοτε τόσο αρμονικά σε δίσκο του είδους…
Portishead - It Could Be Sweet (LP: Dummy – 1994)
Τον καιρό που κυκλοφόρησε σχεδόν από το πουθενά το πρώτο άλμπουμ του τρίο από το πολυπολιτισμικό Μπρίστολ τα μέλη του είχαν μια ενδιαφέρουσα διαφορά ηλικίας. Η Beth Gibbons, στα φωνητικά ήταν τότε 29 χρόνων, ο νεαρότερος όλων 22 χρόνων ο Geoff Barrow, στα decks που είχε προλάβει να παρατηρήσει από κοντά τον ογκόλιθο που ηχογραφήθηκε στην πόλη του και άκουγε στον τίτλο Blue Lines και ο κιθαρίστας με τζαζ καταβολές Adrian Utley 37 ετών. Είναι ο ορισμός ενός σύγχρονου θεματικού άλμπουμ και απόδειξη γι’ αυτό και το δεκάλεπτο φιλμ νουάρ βασισμένο σε μια ιδέα του γκρουπ, To Kill a Dead Man, που προηγήθηκε του δίσκου. Στο τρίτο λεπτό της μίνι ταινίας θα δείτε και τη σκηνή που αποτέλεσε το εξώφυλλο της ντεμπούτο δουλειάς τους. Από τα πιο εμβληματικά άλμπουμ όχι μόνο του είδους αλλά και της δεκαετίας του. Το κερασάκι σε αυτά η ερμηνεία μιας σύγχρονης έκδοσης της Billie. Είναι αδύνατον για κάποιον που βυθίζεται στη μουσική να μην οπτικοποιήσει το βάθος της σπαρακτική ερμηνείας της που γίνεται κοινωνός σε κάθε δευτερόλεπτο του δίσκου.
Björk – Βachelorette (LP: Homogenic – 1997)
Το φθινόπωρο της χρονιάς που κυκλοφόρησε η συνέχεια των προσωπικών Debut και Post, ήταν ένα σημείο καμπής στην καριέρα της ισλανδέζας, ex-Sugarcubes . Ο Nellee Hooper παρελθόν, μουσικές ιδέες επηρεασμένες από την εκρηκτική γενέτειρά της, επικοί στίχοι, πλούσια ενορχήστρωση και μπητ σε ερωτικές περιπτύξεις με τα έγχορδα, αχ αυτά τα έγχορδα, που καθ’ όλη τη διάρκεια του άλμπουμ είναι πρωταγωνιστές σε αυτό το κρίσιμο, φιλόδοξο όσο και ριψοκίνδυνο άλμπουμ της. Το πολλών μηνυμάτων εξώφυλλο προαναγγέλλει επιτυχώς την μίξη του παλιού με το νέο, του κλασσικό με το πειραματικό, την πειθαρχία με την καλλιτεχνική ελευθερία. Το οπτικό στοίχημα αποπνέει μια αποφασιστικότητα και αισιοδοξία και σχεδόν ένα επίπεδο απάθειας που φτάνουν μόνο οι κάτοχοι της πλήρους αυτογνωσίας. Το ηχογραφημένο στην Ισπανία άλμπουμ σε βάζει στο σύμπαν του από το πρώτο κιόλας τραγούδι το Hunter με τα αριστουργήματα Jóga και Unravel να ακολουθούν κατά πόδας και βήμα-βήμα να προστίθονται σε μια οργανωμένη επίθεση στις αισθήσεις για σαράντα τρία λεπτά μέχρι τον επίλογο του All Is Full of Love. Το τραγούδι που διάλεξα ήταν να χρησιμοποιηθεί αρχικά στην ταινία του Μπερτολούτσι του 1996 Stealing Beauty αλλά αποτέλεσε τελικά το δεύτερο σίνγκλ του δίσκου.
Jay Jay Johanson - So tell The Girls I Am Back In Town (LP: Whiskey – 1996)
Στο μυαλό μου η Σουηδία ταιριάζει γάντι για το trip hop αν και έχω διαψευσθεί πολλάκις με τη ηλιόλουστη ποπ που εξάγεται και με ιδιαίτερη επιτυχία μάλιστα. Σε κάθε περίπτωση ένα πανέμορφο ταξιδιάρικο ραδιοφωνικό κομμάτι με τη νοητή επίβλεψη του Scott Walker, ως ένας νέας κοπής crooner από το πρώτο βήμα της αξιόλογης καριέρας του Jäje. Με την πρώτη ευκαιρία συμπληρώστε με το The Girl I Love Is Gone και το στοιχειωμένο από τον βασιλιά, Tell Me Like It Is.
Funki Porcini - The Softest Thing In the World (Motorway Accident) (LP: Hed Phone Sex - 1995)
O James Braddell, το όνομα πίσω από το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, ήθελε πάντα να φτιάχνει φιλμ αλλά κατέληξε να φτιάχνει μουσική. Τι πιο καλύτερο από το να συνδυάζεις δυο αγάπες σε μια φόρμα. Ο δίσκος κυκλοφόρησε την άνοιξη της χρονιάς από την ανεξάρτητη ενδιαφέρουσα λονδρέζικη εταιρεία των Coldcut, Ninja Tune. Δεν είναι επ’ ουδενί κοντά στην ιερά Βίβλο του ευφυούς σάμπλινγκ, το My Life in the Bush of Ghosts, αλλά όταν σαμπλάρει έναν ευαγγελιστή στο King Ashabanapal μου φέρνει αυτό στο μυαλό. Σε έναν δίσκο ονειρικά layers, dub ήχοι, drum n bass περάσματα, τζαζ ευλογίες, χιπ χοπ ρυθμολογία, όλα μαζί σε ένα χωνευτήρι που παραδόξως δίνει ένα στιλιστικά άρτιο αποτέλεσμα και όχι μια εμετική πολυχρωμία. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο παρά ότι φαντάζει έτσι…
Dj Food - Turtle Soup (LP: Jazz Brakes Volume 5 - 1994)
Παραμένουμε στην Ninja Tune. Η τροφή για τους δισκοκαβαλάρηδες είναι ένα εγχείρημα της οικογένειας των Coldcut παρά ένα γκρουπ ή ένα άτομο. Η σειρά Jazz Breaks είναι το πιο γνωστό αποτέλεσμα των δημιουργιών της κολεκτίβας που ξεδιπλώθηκε σε πέντε μέρη. Ορχηστρικά κομμάτια, εργαλείο για επίδοξους παραγωγούς και για δημιουργικούς djs με τη σούπα από χελώνες να στέκεται αυτόνομα και ως σύνθεση, όπως άλλωστε και τα Camel, The Dawn, Centre of the Earth ή το African Rhythms . Η εταιρεία έγραφε στο οπισθόφυλλο: κατηγορία μουσικής jazz/hip hop/ eclectic rolling…δεν μπορούσαν να είναι πιο ακριβείς από αυτό.
Massive Attack – Angel (LP: Mezzanine – 1998)
Δέκα χρόνια μετά την ίδρυση τους οι βρετανοί βγάζουν ένα ακόμη αριστούργημα, πολύ κοντά στο καλλιτεχνικό επίπεδο του Blue Lines. Το τρίο τότε των Robert Del Naja, Grant Marshall και Andrew Vowles θα βυθιστεί σε ένα πιο σκοτεινό σύμπαν αυτή τη φορά, εξελίσσοντας τον ήχο τους. Η εισαγωγή του, που είναι και αυτή που επιλέγω εδώ με καλεσμένο στα φωνητικά τον Horace Andy, εκτελεί με το καλημέρα χρέη σημαδεμένης τράπουλας που έχει σκοπό να χρησιμοποιήσει το γκρουπ. Πειραγμένες κιθάρες, ηχητικά εφέ που σε διατηρούν σε μια μόνιμη παραίσθηση, το ατελείωτο υπερτονισμένο μπάσο και η δηλωμένη αγάπη τους για το dub. Είναι τόσο αριστουργηματική η συνεργασία στην παραγωγή, η πρώτη από τις τέσσερις, του γκρουπ με τον συντοπίτη τους Neil Davidge με αποκορύφωμα το Teardrop, που σε κάνει να σκέφτεσαι ποιοι θα μπορούσαν να τα είχαν καταφέρει ισάξια, Eno – Flood - RZA – Howie B; Αξιομνημόνευτη και η συνεργασία του γκρουπ με την Liz Fraser που ερχόμενη από τη διάλυση των Cocteau Twins, στο προαναφερόμενο και στο Black Milk σε «βοηθάει» να εγκλωβιστείς στις ηχητικές δύνες των τραγουδιών. Στίχοι όπως «Her eyes / She's on the dark side / Neutralize / Every man in sight», «Recollect me darling raise me to your lips / Two undernourished egos four rotating hips» και «The most level / Sunken chapel / Love you for God / Love you for the Mother» συμπληρώνουν το σκηνικό. Δεν επιλέχτηκε τυχαία στα 500 καλύτερα άλμπουμ της ροκ μουσικής τυχαία από το περιοδικό Rolling Stone και σε αυτό συμφωνούν και το Q με το NME.
Sneaker Pimps - 6 Underground (LP: Becoming X – 1996)
Ή αλλιώς ο John Barry πηγαίνει του trip hop, σαμπλαρισμένος, στη μεγαλύτερη επιτυχία του βρετανικού συγκροτήματος. Υπάρχει στον ντεμπούτο, υποτιμημένο κατά τη γνώμη μου δίσκο του τρίο, από το οποίο σας προτείνω επίσης το ομότιτλο, το Low Place Like Home και το Post-Modern Sleaze.
Zero 7 - Simple Things (LP: Simple Things – 2001)
Το ντουέτο των Henry Binns και Sam Hardaker στο πρώτο ολοκληρωμένο δίσκο τους. Ήταν Απρίλιος του 2001 και αυτό ίσως ένας από τους λόγους που ο αντίκτυπος του ήταν σαφώς λιγότερος από τον προ τριετίας Moon Safari ενός άλλου ντουέτου, των γάλλων Air. Αυτό επηρέασε ακόμη και την περιγραφή της μουσικής τους μια που ο μουσικός τύπος κώλυσε, με ανάμεικτα συναισθήματα και όχι αδικαιολόγητα σε κάθε περίπτωση, τη στάμπα η βρετανική έκδοση των Air, με πιο χαρακτηριστική αρνητική δισκοκριτική αυτή του pitchfork. Το τζαζ feeling αυτού του post trip-hop δίσκου είναι πραγματικά ακαταμάχητο με αρκετές δόσεις από την αγαπημένη σόουλ του γκρουπ και το ομότιτλο από τις καλύτερες στιγμές μιας ολοκληρωμένης ηχητικής πρότασης. Παραμένει απολαυστικός έως σήμερα και ένα από τα καλύτερα δείγματα του είδους.
Dj Cam - Yes Yes Yo (LP: Abstract Manifesto – 1996)
Αυτό το διαμάντι έρχεται από την κυκλοφορία που είχαν τη χαρά να πάρουν στα χέρια τους μόνο οι φαν του στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου, εξού και τοパリの夏 ( Un Eté A Paris). Ο παριζιάνος Laurent Daumail αναμιγνύει break beat, jungle, hip hop και την μεγάλη του αγάπη την jazz αριστοτεχνικά στο δεύτερο δίσκο της καριέρας του. Maiden Voyage, No Competition, Un Eté A Paris και αυτό που σας προτείνω οι πιο αξιόλογες στιγμές ενός πρωτοποριακού ταξιδιού.
Neneh Cherry – Move With Me (dub) (LP: Until The End Of The World (Original Motion Picture Soundtrack) – 1991)
Η εκτέλεση εδώ του τραγουδιού, μέρος ενός υπέροχου κινηματογραφικού σάουντρακ, είναι μια πρόγευση της σύνθεσης αφού θα συμπεριληφθεί λίγο αργότερα με φωνητικά στο δίσκο της Homebrew. Δύο χρόνια πριν ξεκινήσουν να καταγράφονται οι βασικές περιγραμματικές πινελιές του είδους και εξερευνηθούν εις βάθος οι δυνατότητες του από τις μουσικές συμμορίες του Bristol ίσως κάποιος μπορούσε να δει ότι κάτι νέο έρχεται ακούγοντας το remix των Massive Attack στο Manchild το 1989. Ήταν το δεύτερο σινγκλ που κυκλοφορούσε από το πετυχημένο ντεμπούτο της σουηδέζας, Raw Like Sushi, συμμετοχή στη σύνθεσή έχει και ο Robert "3D" Del Naja και μεταμορφωνόταν από το τρίο. Για την ιστορία, ήταν η ίδια που βοήθησε να αποκτήσουν οι MA ένα δισκογραφικό συμβόλαιο και έσπρωξε το γκρουπ στο στούντιο ώστε να μας δώσει τη ίδια χρονιά με τον δεύτερο lp της το εμβληματικό Blue Lines.
Morcheeba - What New York Couples Fight About (feat. Kurt Wagner) (LP: Charango – 2002)
Ο τέταρτος δίσκος του βρετανικού γκρούπ έκλεινε την πρώτη του περίοδο με επιτυχία. Οι αδελφοί Paul και Ross Godfrey με τη Skye Edwards θα ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους που θα οδηγήσει σε δύο άλμπουμ χωρίς τη βοκαλίστρια, για να επανενωθούν το 2010 στο Blood Like Lemonade. Το Charango έγινε και αυτό χρυσό στη γενέτειρα τους και αγνοήθηκε όπως και τα 8 από τα εννιά άλμπουμ τους στις ΗΠΑ. Σίγουρα δεν είναι στο επίπεδο του ντεμπούτο δίσκου τους Who Can You Trust? του 1996 και είναι επίσης φανερό ότι πιο εμπορικοί δρόμοι έχουν ακολουθηθεί θυσιάζοντας την trip hop θεματική διάθεση που ανέβλυζε από κάθε αυλάκι του προ εξαετίας πνευματικού τους παιδιού. Εδώ όμως υπάρχει μια ενδιαφέρουσα συνεργασία με τον τραγουδιστή των Lambchop σαν συγχωροχάρτι ένα πράγμα…
Björk - Play Dead (Tim Simenon 12 Inch Remix) (Maxi Single - 1993)
Παρμένο από την ταινία The Young Americans. Εδώ υπάρχουν μερικές προσωπικές αδυναμίες. Η υπέροχη φωνή της ισλανδέζας, ο συνθέτης David Arnold που συμμετέχει στη σύνθεση και ο εγκέφαλος των Bomb the Bass στο remix. Επικό και άκρως υποβλητικό τραγούδι που ευτυχώς συμπεριλήφθηκε στις επανακυκλοφορίες του Debut. Παραμένει άφθαρτο στο χρόνο.
London Funk Allstars - Listen To the Beat (LP: London Funk Volume 1 – 1995)
Ένα ακόμη βραχύβιο αυτή τη φορά παιδί της οικογένειας των Coldcut. Αυτό είναι ένα δείγμα από την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά, ενώ είχε ακολουθήσει τον επόμενο χρόνο ένα ακόμη άλμπουμ με έναν από τους πιο ευφάνταστους τίτλους που έχω δει, το Flesh Eating Disco Zombies Versus The Bionic Hookers From Mars…
Nightmares On Wax - Night's Interlude (LP: Smokers Delight – 1995)
Με το ένα πόδι στο Café del Mar στην Ιμπίθα και με το άλλο στις χιπ χοπ επιρροές. Ένα μάθημα για το πώς να παραμείνει ενδιαφέρον ένας chill out ως επί το πλείστον δίσκος. Από την εισαγωγή του άλμπουμ, και καθ’ όλη τη διάρκειά του, η τζαζ ακολουθεί στενά μαζί με αιθέρια φωνητικά και σοφά τοποθετημένα κρουστά τις συνθέσεις. Ο George Evelyn δίνει τις βασικές οδηγίες προς επίδοξους συνθέτες του laptop για το πια βότανα θα βοηθήσουν να πάρει γεύση αλλά και ουσία το home made εγχείρημά τους. Πόσους δίσκους μπορείς να ακούσεις από το είδος στην πιο ορχηστρική του έκδοση και να μη σου αποσπαστεί η προσοχή κάπου αλλού ή να μην γελάσεις κρυφά με τις άστοχες προσπάθειες ατάλαντων να μιμηθούν τη μουσική για τα αεροδρόμια του αφεντικού της ambient, Eno; Το ότι μεταφέρει τον αγαπημένο Q και μια από τις πιο όμορφες διασκευές της πιάτσας, αυτής στο Summer In The City, ερχόμενο από το 1973 και από τον δίσκο του αγαπημένου παραγωγού, Got It Bad Girl, με περίσσια μαεστρία στο άνοιγμα του Smokers Delight, κάνει το κομμάτι ακαταμάχητο για έναν επιπλέον λόγο.
DJ Shadow - Six Days (LP: The Private Press – 2002)
Το 1994 στην προσπάθειά του να περιγράψει ένας συντάκτης του περιοδικού Mixmag τη μουσική του καλιφορνέζου στο 12λεπτο In/Flux, με το καταπληκτικό δεύτερο μέρος του τραγουδιού, θα πρωτοαναφέρει τον όρο trip-hop. Το τραγούδι μπορεί να το βρει κάποιος στη συλλογή που κυκλοφόρησε τέσσερα χρόνια αργότερα με τίτλο Preemptive Strike και κατέγραφε την καρποφόρα συνεργασία του με τη λονδρέζικη εταιρεία Mo' Wax. Η προφανής επιλογή θα ήταν κάτι από το εμβληματικό ντεμπούτο άλμπουμ του κύριου Davis Endtroducing..... του 1996, όπως τα αριστουργηματικά Midnight in a Perfect World, Stem/Long Stem, What Does Your Soul Look Like (Part 4), Organ Donor και Building Steam with a Grain of Salt αλλά εδώ σας θυμίζω μια στιγμή από τη δεύτερη δουλειά του. Η δισκοκριτική του Guardian ήταν περιεκτικότατη. Έγραφε το 2002 «Είναι περίεργο για κάποιον που «δημιουργεί» τόσο λίγους δικούς του ήχους να έχει μια τόσο ξεχωριστή φωνή, αλλά ο Shadow βρίσκει μικρά φαντάσματα στη μουσική των άλλων και τ’ αφήνει ελεύθερα».
και όλα μαζί
ΥΓ. και ένας πρόδρομος του είδους. Σημειωτέον ότι ο Tricky αλλά και μέλη του Massive ήταν φαν, όπως και των Cure. H χρονιά… 1983.
Siouxsie & The Banshees – Tattoo