Καναδοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι μια ξαφνική πτώση στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα που συμβαίνει όταν πεινάμε επηρεάζει επίσης και τη διάθεσή σας.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Psychopharmacology, επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Γκουέλφ, με επικεφαλής τον Δρ Φρανσεσκο Λέρι από το Τμήμα Ψυχολογίας βρήκε ότι «μια αλλαγή στα επίπεδα της γλυκόζης μπορεί να έχει διαρκή επίδραση στη διάθεση».
Μάλιστα ο Δρ Λέρι σχολιάζει ότι «και να φανταστείτε πως μέχρι πρότινος ήμουν πολύ σκεπτικός κάθε φορά που άκουγα κάποιον να λέει ότι έχει νεύρα όταν πεινάει. Τώρα πια το πιστεύω. Η υπογλυκαιμία είναι ισχυρός σωματικός και ψυχολογικός στρεσογόνος παράγοντας».
Οι ερευνητές μελέτησαν την επίδραση της ξαφνικής πτώσης της γλυκόζης στο αίμα στην συναισθηματική συμπεριφορά αρουραίων, στους οποίους είχαν προκαλέσει υπογλυκαιμία.
Συγκεκριμένα χορήγησαν στα πειραματόζωα έναν αναστολέα του μεταβολισμού της γλυκόζης ώστε να εκδηλώσουν υπογλυκαιμία και στη συνέχεια τα έβαλαν σε έναν συγκεκριμένο θάλαμο. Σε ξεχωριστή περίπτωση, τους έγινε ένεση με φυσιολογικό ορό και τα έλαβαν σε άλλο θάλαμο. Όταν είχαν την επιλογή σε ποιον θάλαμο να μπουν, οι αρουραίο εμφανώς απέφυγαν αυτόν στον οποίον είχαν υποστεί υπογλυκαιμία.
«Αυτή η συμπεριφορά ήταν μια σαφής ένδειξη άγχους. Τα τρωκτικά απέφευγαν τον θάλαμο γιατί είχαν εκεί βιώσει μια στρεσογόνο εμπειρία, αυτή της υπογλυκαιμίας. Και δεν ήθελαν με τίποτα να το ξαναπάθουν», εξηγεί ο Δρ Λέρι.
Ο αιματολογικός έλεγχος που έγινε στους αρουραίους μετά την υπογλυκαιμία έδειξε ότι είχαν αυξημένα επίπεδα κορτικοστερόνης, ένδειξη ψυχολογικού στρες.
Επίσης τα πειραματόζωα όταν είχαν πάρει τον αναστολέα μεταβολισμού της γλυκόζης είχαν γίνει πιο «αργόστροφα».
«Ενδεχομένως κάποιος να σκεφτεί ότι αυτό σημαίνει γιατί χρειάζονται περισσότερη γλυκόζη για τους μυς τους. Αλλά όταν τους δώσαμε ένα αντικαταθλιπτικό, η αργόστροφη συμπεριφορά δεν υπήρχε πια. Τα τρωκτικά κινούνταν κανονικά και αυτό είναι ενδιαφέρον διότι οι μυς τους και πάλι δεν λάμβαναν περισσότερη γλυκόζη αλλά η συμπεριφορά τους είχε αλλάξει», σημειώνει ο ερευνητής.
Αυτό αποτελεί ένδειξη ότι τα πειραματόζωα βίωναν στρες και καταθλιπτική διάθεση όταν ήταν υπογλυκαιμικά.
Σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μελέτη εδραιώνει σχέση μεταξύ κατάθλιψης και παθήσεων, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η βουλιμία και η ανορεξία.
Έχοντας εδραιώσει ότι η υπογλυκαιμία συντελεί σε αρνητική διάθεση, οι επιστήμονες σκοπεύουν να μελετήσουν κατά πόσο η χρόνια υπογλυκαιμία είναι παράγοντας κινδύνου εκδήλωσης καταθλιπτικών συμπεριφορών.