Όλα είναι δρόμος είναι ο τίτλος μιας σπονδυλωτής ελληνικής δραματικής ταινίας του 1998, σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη. Το σενάριο, το έγραψε ο σκηνοθέτης σε συνεργασία με τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη. Πρωταγωνιστούν οι Δημήτρης Καταλειφός, Θανάσης Βέγγος και Γιώργος Αρμένης.
Ένας αρχαιολόγος ταξιδεύει να συναντήσει τους φίλους του γιου του, Αλέξη, ο οποίος αυτοκτόνησε στα είκοσί του χρόνια, όταν ήταν φαντάροςστη σκοπιά. Παράλληλα, κάνει μια αρχαιολογική ανακάλυψη στους Φιλίππους, πέφτοντας πάνω στον ασύλητο τάφο με το λείψανο ενός αξιωματικού των ελληνιστικών χρόνων. Κατά το ταξίδι της αναζήτησής του, ο αρχαιολόγος ανακαλύπτει ακόμα και μια βιντεοκασέτα από ένα γλέντι στο στρατόπεδο, που αποτυπώνει το τελευταίο Πάσχα που γιόρτασε το παιδί του.
Κοντά στα ελληνοτουρκικά σύνορα, στο Δέλτα του Έβρου, ζει ένας ηλικιωμένος θηροφύλακας, ο Αντώνης, ο οποίος έχει συναισθηματικό δέσιμο με τα σπάνια πουλιά που ζουν στην περιοχή. Φιλοξενεί με χαρά τους ορνιθολόγους που επισκέπτονται την περιοχή για να δουν τα πουλιά. Η συμπεριφορά του όμως αλλάζει, όταν ένας ασυνείδητος σκοτώνει με μια επανληπτική καραμπίνα την τελευταία νανόχηνα. Μέσα σε μια βάρκα, ο Αντώνης σκοτώνει με τη σειρά του τον κυνηγό.
Ο Μάκης Τσετσένογλου, ένας πρόσφατα χωρισμένος μεσήλικας μεγαλέμπορος επίπλων πολυτελείας στο Κιλκίς δεν μπορεί να ξεπερασει ότι η Τασούλα, η γυναίκα του, πήρε το παιδί μαζί της. Για να πνίξει τον πληγωμένο του εγωισμό πηγαίνει στο επαρχιακό σκυλάδικο ονόματι Βιετνάμ όπου και είναι τακτικός θαμώνας, και αφού σπάσει όλα τα πιάτα, ραντίσει την τραγουδίστρια με καλάθια ροδοπέταλα, ξηλώσει μέχρι και τις πορσελάνες από τις τουαλέτες, αποφασίζει να σπάσει και το μαγαζί. Διαπραγματεύεται επί τόπου με τον μαγαζάτορα, δίνει όλα του τα εκατομμύρια σε επιταγή και φωνάζει τον Ηλία με την μπουλντόζα του. Το γλέντι μεταφέρεται μπροστά στο μαγαζί, τα όργανα συνεχίζουν το πρόγραμμα, ο Ηλίας καταφτάνει με την μπουλντόζα, και υπό την συνοδεία της μουσικής ισοπεδώνεται το κτίριο. Ο επιπλάς εξιλεωμένος περιλούζει τα ρούχα του με την τελευταία μπουκάλα ουίσκι, ανάβει φωτιά στη καπαρντίνα του που πάντοτε τη φοράει και δεν την βγάζει ποτέ, και με τα όργανα να ξεφαντώνουν, ενώ ο ήλιος στο βάθος ανατέλει, χορεύει το τελευταίο του ζεϊμπέκικο απομακρυνόμενος μέσα στα χωράφια.
Αυτές οι τρεις διαφορετικές ιστορίες έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τον ανθρώπινο πόνο.
Μουσική τραγουδιών: Μάκης Γιαπράκας. Στίχοι: Γιώργος Λεκάκης, κ.ά.
Η μουσική της ταινίας είναι του Σταμάτη Σπανουδάκη.
Το σκυλάδικο στο οποίο γυρίστηκε το Βιετνάμ λεγόταν "Ζυγός" και βρισκόταν στην οδό Λαγκαδά, στη δυτική έξοδο της Θεσσαλονίκης.
Η ταινία, που είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Τάκη Κανελλόπουλου, απέσπασε δύο βραβεία: μακιγιάζ και Α' ανδρικού ρόλου (Γιώργος Αρμένης) στα Κρατικά Βραβεία Υπουργείου Πολιτισμού του 1998.
Η ατάκα στην ταινία «Ηλία Ρίχτο» ξεσήκωσε τις αίθουσες και έμεινε στην Ιστορία, όχι μόνο του Ελληνικού Κινηματογράφου, αλλά πρωτοστάτησε σε περιπτώσεις καθημερινής και ακραίας Ελληνικής τρέλας.
Με πληροφορίες από Βικιπαίδεια