«Πρέπει να αλλάξουν όλα, για να μην αλλάξει τίποτα» έλεγε ο πρίγκηπας Σαλίνα στον «Γατόπαρδο», αποδεχόμενος τη νέα εποχή που είχε ανατείλει. Δεν είχα διαβάσει το βιβλίο τού Τζουζέπε ντι Λαμπεντούζα πριν δω την ταινία τού Βισκόντι, ούτε και για τα παρασκήνια τής παραγωγής είχα διαβάσει.
Πολύ αργότερα έμαθα πως ο Βισκόντι δεν ήθελε τον Μπαρτ Λάνκαστερ για πρωταγωνιστή, αλλά τού τον επέβαλε το Χόλιγουντ, επειδή μετρούσε το όνομά του στο box office. «Αυτόν τον καουμπόι μού λεν’ να πάρω;» είχε πει ενοχλημένος ο Λουκίνο. Αλλά χρειαζόταν τα δολάρια και δέχθηκε. Τον πρώτο καιρό ο Βισκόντι φερότανε στον Λάνκαστερ ψυχρά. Όταν όμως είδε πόσο σοβαρός, μελετημένος και δοσμένος στο ρόλο ήταν ο Μπαρτ, άλλαξε γνώμη και η συνεργασία τους εξελίχθηκε σε ένα ευτυχισμένο γάμο, κατά δήλωση τού ίδιου τού Αμερικάνου σταρ.
Βέβαια, ο Βισκόντι δεν έκρυβε την αδυναμία του για τον Αλαίν Ντελόν, που έπαιζε τον Τανκρέντι. Τού είχε διαθέσει ειδικό καμαρίνι για να ντύνεται, ενώ ο φουκαράς ο Λάνκαστερ έπρεπε να περιμένει στην ουρά. Τουλάχιστον αυτό λένε τα κουτσομπολιά. Που μιλούν επίσης και για την Κλάουντια Καρντινάλε και τον κορσέ που φόραγε στη μεγάλη σκηνή τού χορού. Ήταν, λέει, τόσο σφιχτός, που τής πλήγωσε τη μέση.
Την Κλάουντια, όπως σάς έχω ξαναπεί, τη συνάντησα στην παλιά πόλη τής Ρόδου, όταν γύριζε μια ταινία τού Τζωρτζ Κοσμάτος. Καλλονή! Και ομορφιά ζεστή, μεσογειακή. Πάντα τής είχα αδυναμία. Όμως τώρα θα ξαναγυρίσω στον «Γατόπαρδο».
Μαζί με το Senso, είναι η ταινία τού Βισκόντι που έχω αγαπήσει περισσότερο. Από τον Γατόπαρδο λοιπόν τού 1963, θα σάς προτείνω να ξαναδούμε τώρα τη μεγαλειώδη, α λα Βισκόντι, σκηνή τού χορού που λέγαμε πιο πριν. Ο Νίνο Ρότα, που είχε ντύσει με τη μουσική του όλη την ταινία, χρησιμοποιεί εδώ ένα ανέκδοτο βαλς τού Βέρντι, που τυχαία βρέθηκε ξεχασμένο σε ένα παλιό σεντούκι.