Αντιμέτωπη με τις ισχυρές ανοδικές πιέσεις της διεθνούς τιμής του αργού βρίσκεται η εγχώρια αγορά καυσίμων, σε μια συγκυρία που δείχνει εμφανή σημάδια ανάκαμψης έπειτα από πολλά χρόνια συνεχούς υποχώρησης. Οι πρώτες πιέσεις καταγράφονται ήδη στις τιμές της βενζίνης και του ντίζελ κίνησης, οι οποίες έχουν αυξηθεί από τις αρχές του έτους σε ποσοστό 3%. Συγκεκριμένα, η τιμή της αμόλυβδης στις 20 Ιανουαρίου ήταν 1,523 ευρώ το λίτρο και στις 7 Μαΐου διαμορφώθηκε στο 1,562 ευρώ το λίτρο, ενώ σε νησιωτικές περιοχές η τιμή φτάνει και το 1,85 ευρώ το λίτρο. Το ίδιο διάστημα, η διυλιστηριακή τιμή που αποτελεί και τη βάση κοστολόγησης της τελικής τιμής που διαμορφώνεται στην αντλία για τον καταναλωτή αυξήθηκε σε ποσοστό 9% για τις βενζίνες και 7% για το ντίζελ κίνησης και το κόστος προμήθειας από το διυλιστήριο (χωρίς ΦΠΑ) σε ποσοστό 4%. Παρατηρείται δηλαδή μια απορρόφηση των «εισαγόμενων» αυξήσεων, την οποία παράγοντες της αγοράς αποδίδουν στο εκτεταμένο φαινόμενο της παραβατικότητας που μαστίζει την εγχώρια αγορά.
«Οι πολύ χαμηλές τιμές πρατηρίων, που είτε διαθέτουν λαθραίο καύσιμο είτε κλέβουν τον καταναλωτή στην αντλία, δεν επιτρέπουν στους επαγγελματίες που λειτουργούν νόμιμα να μετακυλίσουν τις αυξήσεις στην κατανάλωση, με αποτέλεσμα ένα μέρος να το απορροφά εις βάρος των περιθωρίων κέρδους που κινούνται σε οριακά επίπεδα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας πρατηρίων και εταιρειών εμπορίας», εξηγεί στην «Κ» στέλεχος της αγοράς. Από τις αρχές του έτους, το περιθώριο κέρδους (εταιρείας, μεταφορέα και πρατηρίου) με βάση τη μέση λιανική τιμή στην Αττική, που αντιπροσωπεύει τα μεγάλα καταναλωτικά κέντρα της χώρας, υποχώρησε στις βενζίνες κατά 11% και διαμορφώθηκε από τα 84 στα 75 ευρώ το κυβικό μέτρο και αντίστοιχα στο ντίζελ κίνησης κατά 6% και διαμορφώθηκε από τα 106 στα 99 ευρώ το κυβικό μέτρο.
Στην αγορά λειτουργούν πρατήρια που δουλεύουν με περιθώριο κέρδους στο 1/3 από το περιθώριο που διαμορφώνεται σε ένα μέσο πρατήριο, μέγεθος που δεν μπορεί να στηρίξει τη βιωσιμότητά τους, υπονοώντας ότι επιβιώνουν μέσω παραβατικότητας. Η πιεστική αυτή κατάσταση για το υγιές κομμάτι της αγοράς εντείνεται περαιτέρω στην παρούσα συγκυρία της ανοδικής τάσης της τιμής του αργού, καθώς οι νόμιμοι επαγγελματίες δεν αντέχουν για πολύ να απορροφήσουν τις αυξήσεις, με αποτέλεσμα να χάσουν μερίδια, αφού για τον καταναλωτή η τιμή παραμένει το βασικό κριτήριο επιλογής πρατηρίου. Πηγές της αγοράς εκτιμούν ότι τουλάχιστον για ένα δίμηνο οι τιμές στην εγχώρια αγορά θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν, αφού δεν διαφαίνεται αποκλιμάκωση της διεθνούς τιμής του αργού. Αντιθέτως, οι αναμενόμενες αποφάσεις του κ. Τραμπ για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν στις 12 Μαΐου προβλέπεται ότι θα δώσουν νέα ώθηση στις τιμές του πετρελαίου.
Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να ανακόψει την πορεία ανάκαμψης που δείχνει να έχει πάρει η εγχώρια αγορά καυσίμων. Η ζήτηση στις βενζίνες εμφανίζει ελαφρά αλλά σταθερά ανοδική πορεία και το πρώτο τετράμηνο του έτους κατέγραψε αύξηση 2%. Εντυπωσιακή ήταν η αύξηση της ζήτησης στο ντίζελ κίνησης σε ποσοστό 7%, χωρίς μάλιστα να κατασκευάζονται δημόσια έργα. Παρά την αύξηση της ζήτησης στα καύσιμα κίνησης, η αγορά έκλεισε στο τετράμηνο με αρνητικό πρόσημο, στο -7%, λόγω της υποχώρησης του πετρελαίου θέρμανσης κατά 22%. Η συρρίκνωση της ζήτησης του πετρελαίου θέρμανσης εκτιμάται ότι μπορεί να θέσει εκτός αγοράς μικρές εταιρείες του κλάδου που στηρίζουν το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου τους στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Στα 75,74 δολ.η τιμή του Brent
Στα υψηλότερα επίπεδα από τα τέλη του 2014 βρίσκονται οι τιμές του πετρελαίου, εν αναμονή της 12ης Μαΐου, οπότε θα αποφασίσει ο Αμερικανός πρόεδρος αν θα ακυρώσει τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και θα επιβάλει εκ νέου η Ουάσιγκτον οικονομικές κυρώσεις κατά της Τεχεράνης. Το αργό ΗΠΑ βρισκόταν, χθες, το βράδυ στα 70,55 δολάρια το βαρέλι και το Brent στα 75,74 δολάρια το βαρέλι, καθώς οι επενδυτές φαίνεται να ετοιμάζονται για το χειρότερο: έναν νέο αποκλεισμό του ιρανικού πετρελαίου από την παγκόσμια αγορά. Ανοδικά κινήθηκαν και οι μετοχές των ενεργειακών εταιρειών. Σύμφωνα με αναλυτές της τράπεζας Emirates NBD, της μεγαλύτερης τράπεζας του Ντουμπάι, η αγορά προεξοφλεί ότι οι ΗΠΑ θα αποχωρήσουν από τη συμφωνία, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ την έχει χαρακτηρίσει ως τη «χειρότερη συμφωνία που έγινε ποτέ». Στην περίπτωση αυτή μπορεί να μειωθεί η παγκόσμια προσφορά κατά 800.000 βαρέλια την ημέρα. Το κλίμα στην αγορά επιβαρύνει, άλλωστε, η διαρκής επιδείνωση της οικονομικής κρίσης στη Βενεζουέλα, η παραγωγή πετρελαίου της οποίας έχει ουσιαστικά διακοπεί.
Πηγή: Καθημερινή