Έχει γίνει πολλή δουλειά και πολλή πρόοδος, ωστόσο κάποια ζητήματα-κλειδιά παραμένουν ανοιχτά, δήλωσε ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισλεμπλουμ μετά τη λήξη του Eurogroup.
Όπως είπε, συμφωνήθηκε ότι οι συζητήσεις θα συνεχιστούν και θα εντατικοποιηθούν «εδώ στις Βρυξέλλες» όσον αφορά τα εκκρεμή ζήτηματα.
Πρόσθεσε ότι το επόμενο Eurogroup είναι στις 7 Απριλίου, σημειώνοντας πάντως πως δεν είναι εγγυημένο ότι θα έχει γίνει όλη η πρόοδος μέχρι τότε, όμως υπάρχει ισχυρή βούληση για να γίνει αυτό το ταχύτερο δυνατό.
Ερωτηθείς γιατί δεν επιστρέφουν οι θεσμοί στην Αθήνα σημείωσε ότι «έχει έρθει η στιγμή να ασχοληθούμε με τα μεγάλα ζητήματα όπως μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και του φορολογικού. Αυτά εκκρεμούν ακόμα και η επιλογή μας είναι να συνεχιστεί αυτό τις επόμενες ημέρες εδώ στις Βρυξέλλες».
Απαντώντας σε ερώτηση του ανταποκριτή της «Ν» για τις συζητήσεις στις Βρυξέλλες, ο κ. Ντέισελμπλουμ ανέφερε ότι αυτές θα γίνουν ανάμεσα στα τεχνικά κλιμάκια και τις ελληνικές αρχές και πρόσθεσε ότι «θα γίνουν στο επίπεδο που αρμόζει».
Διευκρίνισε ότι τα κλιμάκια πηγαίνουν στην Αθήνα προκειμένου να κάνουν δουλειά στο πεδίο, να συλλέξουν στοιχεία. «Έχει γίνει πολλή δουλειά στο πεδίο αλλά πλέον τα ζητήματα χρήζουν διαπραγματεύσεων» πρόσθεσε.
Ζήτησε οι διαπραγματεύσεις να να μην τραβήξουν σε μάκρος ανακόπτωντας την εμπιστοσύνη.
Οι δηλώσεις του Γ. Ντέισελμπλουμ
Δηλώσεις του Γ. Ντέισελμπλουμ μετά το τέλος του Eurogroup της 20ης Μαρτίου.
Για την ελάφρυνση χρέους επανέλαβε το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί τονίζοντας ότι «πρέπει να υπάρξει απόφαση για μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό και άλλων ζητημάτων και μετά αν αυτή η συζήτηση έχει θετικούς καρπούς και ολοκληρωθεί θα επιστρέψουμε στο Eurogroup. Θα πρέπει να μιλήσουμε και για τη δημοσιονομική πορεία σε βάθος. Πρέπει να υπάρξει συμφωνία ώστε να έχουμε συζήτηση για τα υπόλοιπα».
Ερωτηθείς για το μέλλον του στη θέση του επικεφαλής του Eurogroup, τόνισε ότι «για τη θέση δεν με επέλεξαν οι Ολλανδοί ψηφοφόροι αλλά οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, συνεπώς, εκείνοι είναι που θα πρέπει να αποφασίσουν».
Ο Στέλιος Παπαπέτρου γράφει για τα αγκάθια στα εργασιακά
Το Διεθνές Ταμείο επαναφέρει στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων τις προτάσεις που δεν πέρασαν με τις προηγούμενες μνημονιακές ρυθμίσεις και αποτελούν ταυτόχρονα, κατά την εκτίμησή του, προέκταση και συμπλήρωμα των μεταρρυθμίσεων για την αγορά εργασίας. Τέσσερα είναι τα μείζονα θέματα.
1. Ομαδικές απολύσεις. Το ΔΝΤ ζητά και την κατάργηση του προεγκριτικού ρόλου στις ομαδικές απολύσεις που σήμερα έχει το υπουργείο Εργασίας. Υπενθυμίζεται ότι μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο η ρύθμιση που ισχύει σήμερα στη χώρα μας και δίνει τη δυνατότητα προέγκρισης στην κεντρική διοίκηση.
2. Συλλογικές συμβάσεις. Η επαναφορά του θεσμικού ρόλου των κλαδικών συμβάσεων είναι μία από τις βασικές προτεραιότητες του υπουργείου Εργασίας. Το μεγάλο «αγκάθι» στο θέμα αυτό είναι η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων, την οποία κατηγορηματικά απορρίπτει το ΔΝΤ.
Υπενθυμίζεται ότι με νόμο του 2011 οι επιχειρησιακές συμβάσεις υπερισχύουν των κλαδικών. Έτσι, το ΔΝΤ δεν προτίθεται να υπαναχωρήσει σε μία ρύθμιση που θεωρεί ότι είναι από τις πλέον «εμβληματικές» στην αγορά εργασίας. Για το θέμα αυτό υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και από τις εργοδοτικές οργανώσεις, καθώς εκφράζεται ή εκτίμηση ότι η οριζόντια εφαρμογή της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας σε όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου ενδέχεται να οξύνει περισσότερο τα ήδη υπαρκτά προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολλές επιχειρήσεις.
3. Συνδικαλιστικός νόμος. Εδώ το ΔΝΤ, εκτός από την αλλαγή της διαδικασίας λήψης μιας απόφασης για απεργία, ζητά και τον δραστικό περιορισμό των συνδικαλιστικών «προνομίων» που θεσμοθετήθηκαν με το ν.1264/82.
4. Lock out (ανταπεργία). Η Ελλάδα ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των χωρών που ρητά απαγορεύεται η ανταπεργία. Το ΔΝΤ ζητά τη θεσμοθέτησή του στη χώρα μας παρά το ότι επιθετικό Lock out (ανταπεργία) δεν υφίσταται σε καμία χώρα. Αντίθετα, αμυντικό Lock out υπάρχει, αλλά υπό αυστηρές προϋποθέσεις, σε αρκετές χώρες, όπως είναι η Γερμανία, το Βέλγιο, η Αγγλία και η Ισπανία.
Πηγή: naftemporiki.gr