Αύξηση εμφάνισε στο δ’ τρίμηνο του 2016 η ανεργία στην Ελλάδα, καθώς διαμορφώθηκε στο 23,6% έναντι 22,6% το γ΄ τρίμηνο του ίδιου έτους.
Σημειώνεται ότι στο δ’ τρίμηνο του 2015, ο δείκτης ανεργίας είχε διαμορφωθεί στο 24,4%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το σύνολο των απασχολούμενων κατά το προηγούμενο τρίμηνο, περιορίστηκε σε 3,648 εκατ. άτομα, ενώ ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε σε 1,123 εκατ. άτομα.
Η απασχόληση μειώθηκε κατά 2,4% έναντι του γ’ τριμήνου του 2016, ενώ αυξήθηκε κατά 0,2% έναντι του δ’ τριμήνου του 2015. Ο αριθμός των ανέργων παράλληλα, ενισχύθηκε κατά 2,9% σε τριμηνιαίο επίπεδο, ενώ μειώθηκε κατά 4,3% σε ετήσιο επίπεδο.
Από το σύνολο των ανέργων, το 19,9% ήταν άνδρες και το 28,1% γυναίκες, ενώ σε ηλικιακό επίπεδο, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρήθηκε στην ομάδα 15-24 ετών (45,2%), το οποίο στις νέες γυναίκες άγγιξε το 48,6%.
Ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης, η κατανομή της ανεργίας διαμορφώθηκε ως εξής:
Απολυτήριο μέσης εκπαίδευσης 25,6%
Κάτοχοι διδακτορικού ή μεταπτυχιακού 12,2%
Πτυχιούχοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 17,6%
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 12,0% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 82,9% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 5,1% είτε αναζητά μερική απασχόληση, είτε δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (7%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του δ’ τριμήνου του 2016, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους:
δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (29,0%)
δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (24,7%)
δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (17,1%)
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανήλθε στο 20,2% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι αποτελούν αντίστοιχα το 71,8%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα ήταν μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (30,2% έναντι 23,1%). Επίσης, το 68,6% των ξένων υπηκόων ήταν οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51,0%.
Σε επίπεδο περιφέρειας τέλος, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρήθηκε στη Δυτική Μακεδονία με 31,2% και στη Δυτική Ελλάδα με 28,9%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας σημειώθηκε στο Νότιο Αιγαίο με 17,2% και στο Βόρειο Αιγαίο με 19,6%.
«SOS» για την πορεία της οικονομίας και της αγοράς εργασίας εκπέμπει το Ινστιτούτο Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας, σύμφωνα με την ετήσια οικονομική έκθεση του 2017.
Το βασικό συμπέρασμα της μελέτης συνίσταται στο ότι «η συνέχιση της δημοσιονομικής λιτότητας δεν δημιουργεί συνθήκες διατηρήσιμης δημοσιονομικής προσαρμογής», ειδικά σε όρους επίτευξης βιώσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και ανάκτησης της φερεγγυότητας του δημόσιου τομέα.
Παράλληλα, υποστηρίζεται ότι η οικονομία βρίσκεται σε μια κατάσταση εύθραυστης στασιμότητας και μη διατηρήσιμης δυναμικής, λόγω της υψηλής αβεβαιότητας, της αδύναμης κατανάλωσης, της δραματικής αποεπένδυσης, αλλά και των αρνητικών επιπτώσεων αυτής στη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Μικρή η πιθανότητα εξόδου στις αγορές
Κατά το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η πιθανότητα εξόδου της χώρας στις αγορές είναι μικρή, δεδομένης της τρέχουσας δημοσιονομικής κατάστασης και της αδυναμίας περιορισμού του πιστωτικού κινδύνου.
Αυτό οφείλεται, όπως αναλύει, στο γεγονός ότι η υπερφορολόγηση δεν δημιουργεί βιώσιμα πρωτογενή πλεονάσματα, ενώ η εύθραυστη και αβέβαιη τάση μεγέθυνσης της οικονομίας δεν δημιουργεί διατηρήσιμες προσδοκίες δημοσιονομικής φερεγγυότητας.
«Η ένταξη της οικονομίας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) θα διευκόλυνε την έξοδο της χώρας στις αγορές, δεν θα είχε όμως προσδιοριστικό ρόλο στην ανάκτηση της φερεγγυότητας της χώρας» προσθέτει επίσης.
Στο 29,6% η πραγματική ανεργία
Όσον αφορά τα εργασιακά, το Ινστιτούτο εκφράζει τον έντονο προβληματισμό του, καθώς σύμφωνα με τις δικές του εκτιμήσεις, το πραγματικό ποσοστό ανεργίας αγγίζει το 29,6%.
Όπως εξηγεί, το 68,9% των εργαζομένων με μερική απασχόληση δηλώνει ότι ο λόγος για τον οποίο απασχολείται με αυτή τη μορφή εργασίας είναι ότι δεν μπορούσε να βρει πλήρη απασχόληση. Η μακροχρόνια ανεργία την ίδια ώρα, συνεχίζει να κινείται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70%.
Στο ίδιο πλαίσιο, επισημαίνεται ότι το ποσοστό ανεργίας εμφανίζεται σημαντικά υψηλότερο στις γυναίκες (27,2%) σε σχέση με τους άνδρες (18,9%), αλλά και στις νεότερες ηλικίες σε σχέση με τις γηραιότερες.
Ειδικότερα, η ανεργία στην ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών βρίσκεται στο 44,2%, στην ηλικιακή ομάδα 25-29 ετών στο 33,2%, στην ηλικιακή ομάδα 30-44 ετών στο 21,5%, στην ηλικιακή ομάδα 45-64 ετών στο 18,5% και τέλος στην ηλικιακή ομάδα 65-74 στο 13%.
Πηγή: naftemporiki.gr