Αντιπαράθεση ανάμεσα στον Κώστα Σημίτη και τον Γιώργο Παπανδρέου προέκυψε με αφορμή την κριτική του πρώτου, σύμφωνα με την οποία ήταν απροετοίμαστη η κυβέρνηση το 2009 και αποδέχθηκε το πρώτο μνημόνιο.
Ο Γιώργος Παπανδρέου σήκωσε το γάντι και απάντησε, αφήνοντας υπονοούμενα για το χρονικό σημείο στο οποίο έγινε η εν λόγω παρέμβαση.
Συγκεκριμένα, ο Κώστας Σημίτης μιλώντας στην ιστοσελίδα capital.gr, επισημαίνει μεν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έκρουσε έγκαιρα το καμπανάκι κινδύνου για την Ελλάδα το 2009, επιρρίπτει σημαντικές ευθύνες για την δημοσιονομική εκτροπή της κυβέρνησης Καραμανλή που προκάλεσε έλλειμμα 15,6% του ΑΕΠ, ωστόσο, σημειώνει ότι και η μετέπειτα ελληνική κυβέρνηση, του Γ. Παπανδρέου, ήταν απροετοίμαστη, παρότι, όπως υποστηρίζει, η Ελλάδα χρειαζόταν οπωσδήποτε βοήθεια .
«Πιστεύω ότι μία σοβαρή πολιτική ηγεσία θα μπορούσε να δείξει έναν άλλο δρόμο, δηλαδή να κάνει μία καλύτερη συμφωνία», τονίζει και προσθέτει: «Όλη η Ελλάδα έχει ξεχάσει ότι στο πρώτο μνημόνιο, δεν αναφέρονταν οι ιδιωτικοποιήσεις και ότι η ίδια η Ελλάδα πρότεινε να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις. Η Ελλάδα, μάλιστα, τότε στις συζητήσεις, είχε διαβεβαιώσει ότι διαθέτει ρευστοποιήσιμη περιουσία 50 δισεκατομμυρίων, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί. Ο αριθμός ήταν τελείως φανταστικός. Δεν ανταποκρινόταν σε καμιά πραγματικότητα. Όταν είσαι στον βαθμό αυτό ανέτοιμος και λες τέτοιες σαχλαμάρες, το μνημόνιο έρχεται ως φυσικό αποτέλεσμα».
ΚΙΔΗΣΟ: Γιατί επέλεξε αυτή τη στιγμή;
«Το γεγονός ότι η συνέντευξη του κ. Σημίτη έρχεται λίγες μόνον ημέρες μετά τη θετική εξέλιξη της συμπόρευσης του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, μπορεί να προκαλεί εύλογα ερωτηματικά», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΚΙΔΗΣΟ.
Όπως αναφέρει το ΚΙΔΗΣΟ, «ο κ. Σημίτης γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον ότι, ναι, πράγματι, θα μπορούσαμε να μην είμαστε σε μνημόνιο»,
«αν η Ε.Ε. αναγνώριζε ότι το πρόβλημα ήταν και δικό της»,
«αν η Ε.Ε. είχε βούληση, τόλμη και σχέδιο»,
«αν τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης είχαν στηρίξει τις επιλογές της κυβέρνησης Παπανδρέου στις αρχές του 2010»,
«αν οι εταίροι προσέφεραν πολιτική στήριξη προς την Ελλάδα, όπως είχε κάνει ένα χρόνο νωρίτερα η Γερμανία, μέσω του τότε υπουργού Οικονομικών»,
«αν είχαν προειδοποιήσει δυναμικά τις αγορές ότι θα έπαιρναν μέτρα στήριξης της Ελλάδας, όπως έκανε τελικά ο κ. Ντράγκι το 2012 για την Ιταλία και την Ισπανία»,
«αν μπορούσαμε να βγούμε στις αγορές και να δανειστούμε με βιώσιμα επιτόκια - κάτι που ακόμα δεν φαίνεται να είναι εφικτό»,
«αν είχε γίνει δεκτή η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης για ευρωομόλογα»,
«αν η κυβέρνηση Καραμανλή δεν είχε υπερδιπλασιάσει το χρέος και πολλαπλασιάσει το έλλειμμα»,
«αν η κυβέρνηση Καραμανλή δεν είχε κάνει την απάτη με τα στατιστικά στοιχεία το 2009, αλλά και την απογραφή του 2004»,
«αν η Κομισιόν είχε κάνει την δουλειά της επί κυβέρνησης Καραμανλή για να αποτρέψει την εκτίναξη του ελλείμματος»,
«αν η Ελλάδα είχε κάνει τις απαραίτητες θεσμικές αλλαγές όταν γίναμε μέλη της Ευρωζώνης»,
«αν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου είχαν στηρίξει τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησης Παπανδρέου»,
«αν, αν, αν...»
Το ΚΙΔΗΣΟ επισημαίνει ότι «ο κ. Σημίτης κυβέρνησε την Ελλάδα σε ένα διεθνές, ευρωπαϊκό και οικονομικό περιβάλλον ριζικά διαφορετικό από εκείνο που βρήκε η κυβέρνηση το 2009, αφού ήδη είχε εκδηλωθεί η κρίση στη Wall Street, και είχε δώσει τα αποτελέσματά της η λαίλαπα Καραμανλή» και προσθέτει πως «οι περιστάσεις στις οποίες κυβέρνησε, προφανώς και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα που βρήκαμε και αντιμετωπίσαμε με θάρρος το 2009 αψηφώντας το πολιτικό κόστος. Το δίλημμα να χρεοκοπήσουμε ή να ζητήσουμε βοήθεια από το μηχανισμό που τελικά διαμορφώσαμε, ευτυχώς για τον ίδιο, δεν το αντιμετώπισε ποτέ».
«Χρειάζονται φωνές που θα παλέψουν για να αναδείξουν τους πραγματικούς υπαίτιους της κρίσης και τις πραγματικές αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση, ώστε να δώσουμε τις πρέπουσες και αξιόπιστες απαντήσεις», καθώς και ότι «χρειάζονται προοδευτικές δυνάμεις ισχυρές, που θα αγωνιστούν για να ανατρέψουν τα κακώς κείμενα, που κρατούν τις υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου σε ομηρία». «Δεν υπάρχει πολυτέλεια για σκοπιμότητες και δεύτερες σκέψεις», καταλήγει.
Πηγή: Καθημερινή