Το 2021, ο Κασιάπ Πατέλ είδε έναν 40χρονο ασθενή με χολαγγειοκαρκίνωμα, έναν σπάνιο και θανατηφόρο καρκίνο των χοληφόρων πόρων που συνήθως προσβάλλει άτομα στα 70 ή τα 80 τους χρόνια. Όταν μίλησε για αυτό το περιστατικό στους συναδέλφους τους, συνειδητοποίησε ότι και εκείνοι είχαν δει ασθενείς οι οποίοι είχαν λάβει παρόμοια διάγνωση. Ένα χρόνο μετά, το ιατρείο τους είχε καταγράψει επτά τέτοια περιστατικά.
Οι γιατροί είχαν παρατηρήσει και κάτι άλλο που τους έκανε εντύπωση: πολλοί ασθενείς αντιμετώπιζαν πολλαπλούς τύπους καρκίνου που εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα, και περισσότερες από δώδεκα νέες περιπτώσεις άλλων σπάνιων μορφών καρκίνου. Ο Πατέλ άρχισε να αναρωτιέται μήπως ευθύνεται ο κορονοϊός για την αύξηση των περιστατικών καρκίνου. Η αύξηση των επιθετικών καρκίνων προχωρημένου σταδίου από την έναρξη της πανδημίας έχει επιβεβαιωθεί από ορισμένα πρώιμα εθνικά δεδομένα και από έναν αριθμό μεγάλων ιδρυμάτων για τον καρκίνο. Πολλοί ειδικοί έχουν ως επί το πλείστον απορρίψει την τάση ως αναμενόμενη συνέπεια των προβλημάτων στην υγειονομική περίθαλψη που ξεκίνησαν το 2020.
Όχι όμως όλοι. Η θεωρία ότι ορισμένοι ιοί μπορούν να προκαλέσουν ή να επιταχύνουν τον καρκίνο δεν είναι καινούργια. Οι επιστήμονες αναγνώρισαν αυτή την πιθανότητα τη δεκαετία του 1960 και σήμερα εκτιμούν ότι το 15 έως 20% όλων των καρκίνων παγκοσμίως προέρχονται από μολυσματικούς παράγοντες όπως ο HPV, ο Epstein-Barr και η ηπατίτιδα Β.
Θα περάσουν πιθανώς πολλά χρόνια πριν ο κόσμος λάβει οριστικές απαντήσεις σχετικά με το εάν ο κορονοϊός είναι συνένοχος στην αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου, αλλά ο Πατέλ και άλλοι επιστήμονες καλούν την αμερικανική κυβέρνηση να θέσει αυτό το ερώτημα ως προτεραιότητα γνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να επηρεάσει τη θεραπεία και τη διαχείριση εκατομμυρίων καρκινοπαθών τις επόμενες δεκαετίες.
Τι υποστηρίζουν άλλοι επιστήμονες
Ωστόσο δεν υπάρχουν δεδομένα από τον πραγματικό κόσμο που να συνδέουν τον ιό SARS-CoV-2 με τον καρκίνο και για αυτό ορισμένοι επιστήμονες είναι δύσπιστοι. Ο Τζον Σίλερ, ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και πρωτοπόρος στη μελέτη των ιών που προκαλούν καρκίνο, είπε ότι τα παθογόνα που είναι γνωστό ότι προκαλούν καρκίνο παραμένουν στο σώμα μακροπρόθεσμα. Αλλά η κατηγορία των αναπνευστικών ιών που περιλαμβάνει τη γρίπη και τον RSV – μια οικογένεια στην οποία ανήκει και ο κορονοϊός – μολύνει έναν ασθενή και στη συνέχεια συνήθως υποχωρεί αντί να παραμείνει και δεν πιστεύεται ότι προκαλεί καρκίνο.
«Ποτέ μη λες ποτέ, αλλά αυτού του είδους ο ιός δεν υποδηλώνει ότι εμπλέκεται σε καρκίνους», είπε.
Ο Ντέιβιντ Τούβεσον, διευθυντής του Κέντρου Καρκίνου στο Cold Spring Harbor Laboratory και πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής Ένωσης για την Έρευνα για τον Καρκίνο, είπε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο κορονοϊός μετατρέπει άμεσα τα κύτταρα σε καρκινικά. Ωστόσο, επισήμανε ότι ορισμένες μικρές και πρώιμες μελέτες – πολλές από τις οποίες δημοσιεύθηκαν τους τελευταίους εννέα μήνες – υποδηλώνουν ότι η μόλυνση με κορονοϊό μπορεί να προκαλέσει φλεγμονώδη καταρράκτη και άλλες αποκρίσεις που, θεωρητικά, θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων. Αναρωτήθηκε επίσης αν θα μπορούσε να μοιάζει περισσότερο με έναν περιβαλλοντικό στρεσογόνο παράγοντα – όπως ο καπνός, το αλκοόλ, ο αμίαντος ή τα μικροπλαστικά.
«Ο Covid καταστρέφει το σώμα και από εκεί μπορούν να ξεκινήσουν οι καρκίνοι», είπε, εξηγώντας πώς οι μελέτες ανθρώπων που πέθαναν από Covid-19 έδειξαν πρόωρα γηρασμένο ιστό.
Όταν το πρώτο κύμα του κορονοϊού έπληξε τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αξιωματούχοι δημόσιας υγείας προέβλεψαν αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «Lancet Oncology» ανέλυσε ένα εθνικό μητρώο που δείχνει αυξήσεις της νόσου Σταδίου 4 σε πολλούς τύπους καρκίνου στα τέλη του 2020. Ο Xuesong Han, επιστημονικός διευθυντής έρευνας υπηρεσιών υγείας στην Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου και επικεφαλής συγγραφέας της εν λόγω μελέτης απέδωσε την αύξηση στο γεγονός ότι πολλοί ασθενείς καθυστέρησαν να λάβουν διάγνωση ή φροντίδα λόγω φόβων που σχετίζονταν με τον ιό, ή εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών, γλωσσικών εμποδίων ή διακρίσεων. Ωστόσο, αναγνώρισε ότι οι βιολογικοί μηχανισμοί του SARS-CoV-2, μπορεί να παίζουν ρόλο.
«Δεν έχω τα δεδομένα για να υποστηρίξω αυτήν την άποψη. Αλλά είναι ένα σημαντικό ερώτημα που θα πρέπει να διερευνηθεί» είπε.
Το ανθρώπινο σώμα αποτελείται από τρισεκατομμύρια κύτταρα σε συνεχή κατάσταση ανάπτυξης, επισκευής και θανάτου. Τις περισσότερες φορές, κύτταρα με κατεστραμμένο DNA διορθώνονται ή απλώς εξαφανίζονται. Μερικές φορές, αρχίζουν να συλλέγουν λάθη στον γενετικό τους κώδικα και ξεσπούν ανεξέλεγκτα σε όγκους, καταστρέφοντας μέρη του σώματος.
Ο Αφσίν Μπεστί είναι πρόεδρος της Διεθνούς Ερευνητικής Ομάδας COVID-19, μιας ομάδας επιστημόνων από εκλεκτικό υπόβαθρο που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να εξετάσουν εκ των υστέρων τρόπους αντιμετώπισης του ιού. Πριν από περίπου ένα χρόνο ο Μπεστί, επισκέπτης ερευνητής στο MIT και στο Broad Institute του Χάρβαρντ, επικοινώνησε με τον Πατέλ, ο οποίος είναι πρώην πρόεδρος της Community Oncology Alliance, μιας εθνικής ομάδας ανεξάρτητων ειδικών στον καρκίνο, και του ζήτησε να διοργανώσουν ένα επιστημονικό συμπόσιο. Οι επιστήμονες που συμμετείχαν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία που υποδηλώνουν συνδέσεις μεταξύ του κορονοϊού και του καρκίνου.
«Ας ελπίσουμε ότι κάνουμε λάθος», είπε ο Μπεστί. «Αλλά δυστυχώς όλα δείχνουν ότι αυτό συμβαίνει» πρόσθεσε.
Τα μέλη της ομάδας διεξάγουν μελέτες προκειμένου να διερευνήσουν τη σχέση μεταξύ του κορονοϊού και του καρκίνου. Ο Γουάλας ερευνά πώς ο κορονοϊός επηρεάζει την παραγωγή ενέργειας στα κύτταρα και πώς μπορεί να επηρεάσει την ευπάθεια του καρκίνου.
Μια ομάδα του Πανεπιστημίου του Κολοράντο μελετά εάν ο Covid ενεργοποιεί τα αδρανοποιημένα καρκινικά κύτταρα σε ποντίκια. Τα πειράματα, σύμφωνα με μια έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο, έδειξαν ότι όταν τα ποντίκια που είχαν επιζήσει από καρκίνο μολύνθηκαν με τον ιό SARS-CoV-2, τα αδρανή καρκινικά κύτταρα πολλαπλασιάστηκαν στους πνεύμονες. Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και με τον ιό της γρίπης.
Η Ασάνι Γουιραράτνα, καθηγήτρια στο Johns Hopkins Bloomberg School of Public Health, είπε ότι η μελέτη του Κολοράντο, στην οποία δεν συμμετείχε, είναι μέρος ενός νέου ερευνητικού πεδίου που προέκυψε την τελευταία δεκαετία το οποίο διερευνά ποια ερεθίσματα μπορούν να επανεργοποιήσουν τα καρκινικά κύτταρα.
Η ερευνήτρια είπε ότι «είναι σπάνιο τα δεδομένα να είναι τόσο εντυπωσιακά», ωστόσο σημείωσε πως θα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή, καθώς τα αποτελέσματα των μελετών σε ποντίκια δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε ανθρώπους.
«Ο μετριασμός του κινδύνου μόλυνσης μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία για τους ασθενείς με καρκίνο», πρόσθεσε.
Παθολόγοι από το Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας για τις Ιατρικές Επιστήμες ανέφεραν το 2021 σε άρθρο τους στο περιοδικό «Communications Biology» ότι οι πρωτεΐνες του SARS-CoV-2 τροφοδότησαν την αναπαραγωγή ενός ιού έρπητα που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ιούς που οδηγεί σε καρκίνο.
Ο Γουάλας πιστεύει ότι η έλλειψη δεδομένων για τον κορονοϊό και τον καρκίνο αντικατοπτρίζει τις πολιτικές επιλογές περισσότερο από τις επιστημονικές προκλήσεις.
«Θα έλεγα ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις δεν θέλουν να σκέφτονται τη μακρά Covid και πολύ λιγότερο τον κορονοϊό και τον καρκίνο. Τους κόστισε τόσο πολύ η αντιμετώπιση του Covid. Άρα υπάρχει πολύ λίγη χρηματοδότηση για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του ιού. Δεν νομίζω ότι είναι σοφή επιλογή» είπε.
Ο Πατέλ διεξάγει τη δική του έρευνα σε αυτό το «ασυνήθιστο μοτίβο» καρκίνων. Εξετάζει πιθανούς συσχετισμούς μεταξύ δεικτών μακράς covid και ασυνήθιστων καρκίνων. Έχει συλλέξει δεδομένα από σχεδόν 300 ασθενείς και θέλει να δημιουργήσει ένα εθνικό μητρώο για να αναλύει τις τάσεις. Από την έναρξη της πανδημίας, το ιατρείο του έχει καταγράψει περισσότερους από 15 ασθενείς με πολλαπλούς καρκίνους, περισσότερους από 35 ασθενείς με σπάνιους καρκίνους και περισσότερα από 15 ζευγάρια με νέους καρκίνους. Θεωρεί ότι οι επιπτώσεις των λοιμώξεων από κορονοϊό θα μπορούσαν να είναι σωρευτικές σε άτομα που έχουν μολυνθεί πολλές φορές. Το άγχος που σχετίζεται με την πανδημία μπορεί επίσης να επιδεινώσει τη φλεγμονή.
Εάν διαπιστωθεί σύνδεση μεταξύ του ιού και του καρκίνου, είπε, οι γιατροί μπορεί να εντοπίσουν τους ασθενείς που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο και να πραγματοποιήσουν προληπτικούς ελέγχους νωρίτερα και ενδεχομένως να τους χορηγήσουν αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
ΠΗΓΗ: Washington Post, ERT.gr