Το μήνυμα πως η Ελλάδα δεν είναι εχθρός της Τουρκίας, αλλά πολύτιμο μέλος της Συμμαχίας (ΝΑΤΟ), καθώς και ότι οι δύο χώρες είναι και θα παραμείνουν γείτονες και ότι πρέπει να σέβονται αμοιβαία τα δικαιώματα και τα ζωτικά συμφέροντα ο ένας του άλλου, αλλά και πως η Άγκυρα θέλει να ενισχύσει τις διμερείς σχέσεις στη βάση της αμοιβαίας κατανόησης και να ζήσουν ειρηνικά σε αυτή τη γεωγραφία, στέλνει ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Καθημερινή, μία ημέρα πριν από την επίσκεψή του στην Αθήνα για την πραγματοποίηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας των δύο χωρών. Επαναλαμβάνει πως προσβλέπει σε μια νέα σελίδα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, σημειώνοντας πως η αντίληψη «win-win» βρίσκεται στον πυρήνα της προσέγγισης της Τουρκίας στις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία. «Εάν οι διαφορές αντιμετωπιστούν ήπια, μέσω του διαλόγου και βρεθεί κοινό έδαφος, είναι προς όφελος όλων. Πρόσφατα, αποκτήσαμε καλή δυναμική στη διαμόρφωση των σχέσεών μας με την Ελλάδα στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης. Αναβιώσαμε διμερείς μηχανισμούς που ήταν αδρανείς εδώ και πολύ καιρό. Τα κανάλια διαλόγου μας είναι ανοιχτά και λειτουργούν σε όλα τα επίπεδα. Οι αμοιβαίες επισκέψεις είναι πυκνές. Έχουμε τη βούληση, στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης να αναπτύξουμε τη συνεργασία μας σε πολλούς τομείς σημαντικούς για τις χώρες και την περιοχή μας. Τώρα, ευθύνη και των δύο μερών είναι να εδραιώσουν, να θεσμοθετήσουν και να προωθήσουν αυτήν την αντίληψη» επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, τονίζει πως η κοινή αυτή πρόθεση θα αποτυπωθεί ξεκάθαρα σε διακήρυξη που θα υπογραφεί.
Απαντώντας στην ερώτηση τι θα πει στον κ. Μητσοτάκη κατά τη συνάντησή τους στην Αθήνα, ο Ταγίπ Ερντογάν απαντά: «Κυριάκο φίλε μου, δεν σας απειλούμε αν δεν μας απειλήσετε. Ας ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών μας. Ας αυξήσουμε τη διμερή συνεργασία σε κάθε τομέα, στην οικονομία, το εμπόριο, τις μεταφορές, την ενέργεια, την υγεία, την τεχνολογία, την εκπαίδευση, στα θέματα που αφορούν τη νεολαία. Ας δείξουμε αμοιβαία φροντίδα και μέριμνα στην ιστορική και πολιτιστική περιουσία των χωρών μας. Είτε πρόκειται για τα θέματα στο Αιγαίο, είτε για την κοινή καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης, είτε για τα συνεχιζόμενα προβλήματα της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να λύσουμε μέσω του διαλόγου, στη βάση της αμοιβαίας καλής θέλησης».
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι η Τουρκία και η Ελλάδα μπορούν να συμφωνήσουν στην παραπομπή του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο, ο Ταγίπ Ερντογάν εκφράζει την πεποίθηση πως τα προβλήματα θα επιλυθούν στο πλαίσιο του διαλόγου και της καλής θέλησης. «Φυσικά, υπάρχουν πολλά αλληλένδετα προβλήματα που πρέπει να λυθούν εκτός από την υφαλοκρηπίδα. Πρέπει να τα εξετάσουμε ως ένα σύνολο. Δεν είναι σωστή η επιλεκτική προσέγγιση. Να μιλάμε για ορισμένα θέματα και να μη μιλάμε για κάποια άλλα. Γιατί είναι όλα αλληλένδετα. Όταν προσφεύγουμε στη διεθνή δικαιοσύνη, δεν πρέπει να αφήνουμε κανένα πρόβλημα πίσω» αναφέρει.
Κληθείς να απαντήσει για τη φράση του «μπορεί να έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά», ο Τούρκος Πρόεδρος σημειώνει ότι την είπε στα «τρομοκρατικά στοιχεία που απειλούν την ασφάλεια της χώρας» του.
Σε ό,τι αφορά την Αγία Σοφία, υπογραμμίζει ότι «η δομική ακεραιότητας της Αγίας Σοφίας δεν θα ζημιωθεί τόσο υλικά όσο και πνευματικά, και οι εικονογραφίες δεν θα μειωθούν και θα προστατευθούν».
Τέλος, για το μεταναστευτικό αναφέρει πως δεν είναι ένα ζήτημα που τα κράτη μπορούν να ξεπεράσουν μόνα τους, είναι μια κοινή πρόκληση και απαιτεί κοινές προσπάθειες και προσθέτει: «Είναι σημαντικό η Ε.Ε. να στηρίζει τη χώρα μας σ’ αυτό το θέμα. Ως αποτέλεσμα, είναι απαραίτητο να ληφθούν κοινά μέτρα τα οποία προβλέπουν ίσο καταμερισμό βαρών και ευθυνών για την πρόληψη της μετανάστευσης στην της. Αυτό δεν πρέπει να το περιορίσουμε μόνο στη συνεργασία Τουρκίας - Ελλάδας ή σε μεταναστευτικά κινήματα στο Αιγαίο· είναι ένας αγώνας εξαιρετικά μεγάλης κλίμακας που απαιτεί τη συμμετοχή ολόκληρης της διεθνούς κοινότητας. Ήμασταν πάντα ανοιχτοί στην ειλικρινή συνεργασία σ’ αυτό το θέμα και συνεχίζουμε να είμαστε».