«Ψυχρή, μεθοδική, στυγνή και επίμονη»: Έτσι περιέγραψε η κατηγορούσα αρχή τη Λούσι Λέτμπι, την 33χρονη πρώην νοσοκόμα, η οποία καταδικάστηκε σήμερα για την δολοφονία επτά νεογέννητων βρεφών και την απόπειρα δολοφονίας άλλων δέκα, στο τέλος μιας δεκάμηνης δίκης, σε μια υπόθεση που προκάλεσε αποτροπιασμό στους Βρετανούς και όχι μόνο σε αυτούς.
Μεταξύ Ιουνίου 2015 και Ιουνίου 2016, επτά βρέφη που γεννήθηκαν πρόωρα πέθαναν αιφνιδίως και χωρίς προφανή αιτία στη μονάδα εντατικής θεραπείας του νοσοκομείου Countess of Chester, στην ομώνυμη πόλη, στη βορειοδυτική Αγγλία. Εκεί εργαζόταν η 25χρονη τότε Λέτμπι.
Ο θάνατος των νεογνών καταγραφόταν ορισμένες φορές μέσα σε διάστημα λίγων ωρών ο ένας από τον άλλον. Δέκα άλλα νεογνά βρέθηκαν κοντά στο θάνατο, πάλι χωρίς προφανή αιτία, αλλά σώθηκαν. Καθώς οι γιατροί δεν μπόρεσαν να βρουν ιατρικό λόγο για τους θανάτους, κλήθηκε η αστυνομία. Μετά από μακρά έρευνα, η Λέτμπι, η οποία είχε εμπλακεί στη φροντίδα των μωρών, ταυτοποιήθηκε ως η «συνεχής κακόβουλη παρουσία όταν τα πράγματα πήγαιναν προς το χειρότερο», τόνισε ο εισαγγελέας Νικ Τζόνσον.
Ήταν το μόνο μέλος του ιατρικού προσωπικού που βρισκόταν ακόμη σε υπηρεσία κατά τη διάρκεια της επιδείνωσης της υγείας των νεογνών στο νοσοκομείο, είχε επισημάνει ο δικαστής Τζέιμς Γκος, πριν οι 12 ένορκοι αρχίσουν να συζητούν την υπόθεση στις 10 Ιουλίου.
«Πίστεψέ με, είμαι νοσοκόμα»
Η Λούσι Λέτμπι μεταφέρθηκε τον Ιούνιο του 2016 σε τμήμα διοίκησης. Φωτογραφίες της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν μια χαρούμενη και χαμογελαστή γυναίκα με πολυάσχολη κοινωνική ζωή, και σε μια φωτογραφία φαινόταν να αγκαλιάζει ένα μωρό. Όμως, καθώς τα στοιχεία των ερευνών ερχόντουσαν στο φως, στη δίκη της η Λέτμπι αποδείχθηκε μια αποφασισμένη δολοφόνος.
Συνελήφθη για πρώτη φορά το 2018 και στη συνέχεια το 2019, και φυλακίστηκε τον Νοέμβριο του 2020. Στο σπίτι της μετά τη σύλληψή της, αστυνομικοί ερευνητές βρήκαν χαρτιά και ιατρικά σημειώματα με αναφορές στα παιδιά που εμπλέκονταν στην υπόθεση. Έκανε έρευνες σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τους γονείς και τις οικογένειες των δολοφονηθέντων βρεφών.
Κάποιες από τις χειρόγραφες σημειώσεις της έγραφαν: «Τα σκότωσα επίτηδες γιατί δεν είμαι αρκετά καλή για να τα φροντίζω», έγραφε ένα χειρόγραφο σημείωμα που εντόπισαν αστυνομικοί όταν έκαναν έρευνα στο σπίτι της μετά τη σύλληψή της. «Είμαι ένας φρικτός, διαβολικός άνθρωπος», έγραφε. «ΕΙΜΑΙ ΔΙΑΒΟΛΙΚΗ, ΕΓΩ ΤΟ ΕΚΑΝΑ ΑΥΤΟ». Στη δίκη της όμως, η κατά συρροήν βρεφοκτόνος θα δήλωνε αθώα.
Στην κατάθεσή της έκλαψε, λέγοντας ότι ποτέ της δεν επιχείρησε να βλάψει βρέφη και ότι ήθελε μόνο να τα φροντίσει, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχε επαρκές προσωπικό στους θαλάμους και ότι οι βρώμικες συνθήκες ενδέχεται να ήταν ένας από τους παράγοντες των θανάτων.