Γιάννης Σπανός ένας συνθέτης με ευαισθησίες

Γιάννης Σπανός ένας συνθέτης με ευαισθησίες
 

Ο Γιάννης Σπανός (1934–2019) υπήρξε ένας από τους πιο ξεχωριστούς και ευαίσθητους Έλληνες συνθέτες, με μουσική που άφησε βαθύ αποτύπωμα στο έντεχνο τραγούδι, στο «Νέο Κύμα» και στο ελληνικό σινεμά.

 Ένας συνθέτης με ευαισθησίες

Η μουσική του χαρακτηρίζεται από:

λυρικότητα και απλότητα, χωρίς υπερβολές αλλά με έντονο συναισθηματικό φορτίο

μελωδικότητα που αγγίζει την ψυχή με διακριτικό τρόπο

ποιητική προσέγγιση, ιδιαίτερα στα τραγούδια του Νέου Κύματος

κινηματογραφική ατμόσφαιρα, αποτέλεσμα των πολλών του συνεργασιών με το θέατρο και τον κινηματογράφο

 

Έργο – Σταθμοί

Το «Νέο Κύμα» της δεκαετίας του ’60, όπου υπήρξε καθοριστική μορφή

Μουσική για ταινίες και θεατρικά

Δίσκοι που θεωρούνται πλέον κλασικοί, όπως «Μικρή Νεράιδα», «Εκείνο το καλοκαίρι» κ.ά.

Το ύφος του

Η μουσική του Σπανού είναι συναισθηματική χωρίς να είναι μελοδραματική· τρυφερή αλλά όχι αδύναμη· απλή, μα βαθιά. Αυτή η ισορροπία είναι που τον κάνει «συνθέτη με ευαισθησίες».

 

Ο Γιάννης Σπανός υπήρξε ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς και αγαπητούς συνθέτες της ελληνικής μουσικής σκηνής, με έργο που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στο έντεχνο τραγούδι, στο Νέο Κύμα, αλλά και στο ελληνικό θέατρο και κινηματογράφο. Γεννήθηκε στο Κιάτο Κορινθίας το 1934 μέσα σε ένα περιβάλλον όπου η μουσική δεν αποτελούσε επαγγελματικό προορισμό, αλλά υπήρχε ως βαθιά εσωτερική ανάγκη. Από πολύ μικρός έδειξε την κλίση του στο πιάνο και στη μελωδία, παίζοντας αρχικά αυτοσχεδιαστικά και αργότερα με συστηματικότερη μελέτη· όμως η οικογένειά του δεν ενθάρρυνε ιδιαίτερα την ιδέα να γίνει μουσικός. Παρ' όλα αυτά, εκείνος επέμεινε και βήμα-βήμα δημιούργησε τη δική του κλασική βάση, αποκτώντας γνώσεις που αργότερα θα στήριζαν το προσωπικό του ύφος.

Στα νεανικά του χρόνια έφυγε για το Παρίσι, όπου πέρασε ένα μεγάλο και καθοριστικό διάστημα της ζωής του. Εκεί ήρθε σε επαφή με τα ρεύματα της γαλλικής chanson, με συνθέτες όπως ο Μισέλ Λεγκράν και ο Ζακ Μπρελ να διαμορφώνουν έμμεσα την αισθητική του. Στην Πόλη του Φωτός εργάστηκε ως πιανίστας σε διάφορα μικρά καλλιτεχνικά στέκια και παράλληλα έγραψε μουσική για γαλλικά τραγούδια. Η επαφή του με αυτόν τον κόσμο τον βοήθησε να κατανοήσει πώς η απλότητα μπορεί να συναντήσει τη συγκίνηση, πώς η μελωδία μπορεί να γίνει αφηγηματικό εργαλείο και πώς η μουσική μπορεί να λειτουργεί ως λεπτή χειρονομία παρά ως επιβολή. Αυτή η αντίληψη θα τον συνόδευε σε όλη του τη σταδιοδρομία.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 επέστρεψε στην Ελλάδα και πολύ σύντομα αναδείχθηκε σε πρωταγωνιστική φυσιογνωμία του Νέου Κύματος. Ήταν από τους πρώτους συνθέτες που όρισαν την αισθητική αυτού του ρεύματος: λιτές ενορχηστρώσεις, ρομαντική διάθεση, μικρά τραγούδια με εσωτερικό ρυθμό και ποιητική γλώσσα. Με συνεργάτες τη Νόρα Βαλσάμη, την Αρλέτα, την Καίτη Χωματά, τον Κώστα Χατζή, τη Μαίρη Αλεξοπούλου και άλλους, δημιούργησε έναν κόσμο ευαισθησίας και τρυφερότητας που αναγνωριζόταν αμέσως από το πρώτο κιόλας άκουσμα. Τα τραγούδια του εκείνης της εποχής χαρακτηρίζονται από καθαρή μελωδικότητα και μια διακριτική νοσταλγία που συνδέθηκε άμεσα με την προσωπική του καλλιτεχνική ταυτότητα.

Παράλληλα με το Νέο Κύμα, ο Σπανός συνεργάστηκε και με σημαντικούς ερμηνευτές του έντεχνου και λαϊκού τραγουδιού. Έγραψε μουσική για τη Βίκυ Μοσχολιού, τη Νάνα Μούσχουρη, τη Μαρινέλλα, τον Μιχάλη Βιολάρη, τη Λευκή, και πολλούς ακόμη. Η ευελιξία του ήταν αξιοσημείωτη· μπορούσε να κινηθεί από το απαλό, σχεδόν ψιθυριστό ύφος μέχρι πιο πλούσιες, δραματικές συνθέσεις, χωρίς ποτέ να χάνει την προσωπική του ισορροπία. Οι μελωδίες του συχνά ακολουθούν γραμμές απλές στην ακρόαση, αλλά περίτεχνες στη δομή, κάτι που μαρτυρά τόσο την κλασική του παιδεία όσο και την εμπειρία του από τη γαλλική σκηνή.

Ο Σπανός υπήρξε επίσης παραγωγικός συνθέτης για τον κινηματογράφο και το θέατρο. Η μουσική του για την ταινία «Εκείνο το καλοκαίρι» θεωρείται από τις πιο αναγνωρίσιμες της δεκαετίας του 1970, ενώ συνεργάστηκε με πολλούς σκηνοθέτες και δημιουργούς, δίνοντας ήχο σε εικόνες που συχνά απαιτούσαν λεπτή συναισθηματική απόχρωση. Δεν επιδίωξε ποτέ τη θεαματικότητα ούτε μουσικές εντάσεις που κυριαρχούν στον ακροατή. Αντιθέτως, επέλεγε να δημιουργεί ατμόσφαιρες που υποστηρίζουν την ιστορία και επιτρέπουν στο συναίσθημα να αναπτυχθεί φυσικά.

Το προσωπικό του ύφος χαρακτηρίζεται συχνά ως «ευαίσθητο», αλλά αυτός ο όρος ίσως δεν αρκεί για να περιγράψει το βάθος της μουσικής του. Στη δουλειά του συναντά κανείς μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στη νοσταλγία και την ελπίδα, στη λύπη και τη γλυκάδα, στην απλότητα και στη συνθετική ωριμότητα. Ο Σπανός δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει· προσπαθούσε να αγγίξει. Και αυτό πέτυχε όσο λίγοι.

Ο Γιάννης Σπανός έφυγε από τη ζωή το 2019, αφήνοντας πίσω του ένα έργο που παραμένει ζωντανό και επίκαιρο. Οι μελωδίες του συνεχίζουν να ακούγονται, να τραγουδιούνται και να συνοδεύουν στιγμές ανθρώπων που ίσως δεν γνωρίζουν το όνομά του, αλλά ξέρουν καλά τη μουσική του. Γιατί η μουσική του Σπανού δεν βασίστηκε ποτέ στη φωνή της εποχής· βασίστηκε στην ανθρώπινη ευαισθησία, η οποία δεν παλιώνει.

Video Url