Τα κείμενα που περιέχονται σ' αυτό το "σχεδόν βιβλίο" είναι εν πολλοίς γραμμένα επί του πιεστηρίου.
Έτσι προέκυψε. Πολλά εξ αυτών είναι αναμνηστικά, όχι με την κλασική έννοια του όρου και την αξία χρήσης της λέξης. Δεν θεωρώ ότι συνιστούν συντηρητισμό σαν να τα βολεύει η ασφάλεια του παρελθόντος. Δεν αναπολούμε τα παλιά μόνο και μόνο για το γεγονός ότι δεν κινδυνεύουμε από αυτά και βολευόμαστε στο να αγαπάμε τις παλιές μας συνήθειες και τη σιγουριά τους. Αντίθετα, δημιουργούνται εικόνες και συναισθήματα, που καλούνται και ανακαλούνται. Θα μπορούσαμε να τα βαφτίσουμε ως, "Ο χρόνος σαν παιδικό τσέρκι" ή "Χρονικές μεταβιβάσεις" ή "Η αόριστη περιέργεια του παρελθόντος", ακόμη "Για μια τελική εφαρμογή του παρελθόντος" ή "Μια μεταμέλεια του χρόνου". Ακόμη "Με την αδειοσύνη του χρόνου" ή το "Παρελθόν στις χούφτες μας", για να "απενοχοποιηθούν" από την ένταση της παρελθοντολογίας. Όμως, σε τελική ανάλυση τι είναι προοδευτικό και ζωντανό; Μήπως κάτι που μας έχει λείψει και το αποζητούμε έντονα σήμερα, έστω κι αν "γέρνει" προς το παρελθόν, παίζοντας με τις άλλες δύο διαστάσεις του χρόνου; Στα ανοίγματα του χρόνου, οι διαστάσεις του λειτουργούν, ενιαία και τριαδικά. Παραμένει βέβαια πάντα ανοιχτή η ερώτηση: Για ποιον λόγο γράφω, γράφουν οι άνθρωποι; Και πώς απαντάμε στην υπόθεση-ερώτηση πολλών, που μας γυρνά χιλιάδες χρόνια πριν, ότι ο άνθρωπος επινόησε τη γραφή, από τη στιγμή που ένιωσε την ανάγκη να κρύψει τα συναισθήματά του;
Εδώ ο γράφων, σηκώνει τα χέρια! Το μόνο που μπορεί να πει είναι ότι, τα αποφασιστικά ερωτήματα συνήθως, ζητούν αινιγματικές απαντήσεις, που προφανώς μένουν πάντοτε ερωτηματικές... Κλείνοντας, θα ήθελα να αφήσω ανοιχτή την απάντηση στα πιο πάνω ερωτηματικά καταθέτοντας ένα οριστικό Ίσως.
Γιώργος Αγγελόπουλος
Η έκδοση είναι του 2021