«Είναι η αγάπη τέχνη; Αν είναι, χρειάζεται γνώση και προσπάθεια. Ή μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το «συναντά» αν είναι τυχερός; Αναμφισβήτητα η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν στη δεύτερη αντίληψη.
Αυτή η αντίληψη – ότι τίποτε δεν είναι πιο εύκολο από το ν' αγαπάς – εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη παρά την αφθονία των αποδείξεων για το αντίθετο. Σχεδόν καμία προσπάθεια, κανένα έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η αγάπη, κι ωστόσο τίποτε δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη δραστηριότητα αυτή. Και αφού, στην περίπτωση της αγάπης, αυτό είναι αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας: να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην έρευνα της έννοιας της αγάπης.
Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι μια τέχνη, ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν' αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική, ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.
Ποια είναι τα απαραίτητα στάδια στην εκμάθηση μιας οποιασδήποτε τέχνης;
Η διαδικασία της εκμάθησης μιας τέχνης μπορεί να διαιρεθεί σε δυο μέρη: Το πρώτο είναι η εκμάθηση της θεωρίας και το δεύτερο η εκμάθηση της πρακτικής. Αν θέλω να μάθω την επιστήμη της ιατρικής, πρέπει πρώτ' απ' όλα να μάθω τα βασικά στοιχεία για το ανθρώπινο σώμα και για τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά κι όταν αποκτήσω όλη αυτή τη γνώση, πάλι δε θα είμαι ικανός στην τέχνη της ιατρικής. Μόνο έπειτα από μακριά πρακτική εξάσκηση θα είμαι κύριος της τέχνης, μόνο όταν η θεωρητική γνώση και η πείρα της πρακτικής θα έχουν συγχωνευτεί σ' ένα πράγμα – στη διαίσθησή μου, που αποτελεί την ουσία της κατοχής μιας τέχνης. Αλλ' εκτός από τη γνώση της θεωρίας και της πρακτικής, ένας τρίτος παράγοντας είναι αναγκαίος για την κατάκτηση κάθε τέχνης – η υπέρτατη σημασία που δίνουμε στην τέχνη αυτή. Τίποτ' άλλο στον κόσμο δεν πρέπει να είναι πιο σημαντικό από την τέχνη που μας ενδιαφέρει. Αυτό ισχύει για τη μουσική, την ιατρική, την ξυλουργική – και για την αγάπη. Κι ίσως εδώ να βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι του πολιτισμού μας προσπαθούν τόσο σπάνια να μάθουν αυτή την τέχνη στο πείσμα των ολοφάνερων αποτυχιών τους; Παρόλο που η λαχτάρα γι' αγάπη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, σχεδόν όλα τ' άλλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά από την αγάπη: επιτυχία, γόητρο, χρήματα, δύναμη. Όλη μας σχεδόν η ενεργητικότητα χρησιμοποιείται για να μάθουμε πώς να πετύχουμε σ' αυτούς τους σκοπούς. Και σχεδόν καθόλου για να μάθουμε την τέχνη της αγάπης.
Θα θεωρήσουμε λοιπόν αξιόλογα και θα μάθουμε μόνο εκείνα τα πράγματα που μπορούν να μας φέρουν χρήματα ή γόητρο; Και η αγάπη που πλουτίζει «μόνο» την ψυχή, αλλά δε φέρνει κανένα άλλο κέρδος, όπως το εννοούν σήμερα, είναι μια πολυτέλεια για την οποία δεν έχουμε το δικαίωμα να ξοδέψουμε αρκετή ενεργητικότητα;
Η παιδαριώδης αγάπη ακολουθεί την αρχή: «Αγαπώ επειδή με αγαπούν». Η ώριμη αγάπη ακολουθεί την αρχή «με αγαπούν επειδή αγαπώ». Η ανώριμη αγάπη λέει: «Σ’ αγαπώ επειδή σε χρειάζομαι». Η ώριμη αγάπη λέει: «Σε χρειάζομαι επειδή σ’ αγαπώ».
Η σεξουαλική επιθυμία μπορεί να διεγερθεί από την αγωνία της μοναξιάς. Καμιά φορά από ματαιοδοξία. Η πηγή της μπορεί να είναι η επιθυμία για κατάκτηση, για εκδίκηση ή για καταστροφή. Η αγάπη είναι μόνο ένα από τα δυνατά συναισθήματα που μπορούν να προκαλέσουν σεξουαλική επιθυμία.
Οι περισσότεροι άνθρωποι εύκολα ξεγελιούνται και πιστεύουν ότι είναι ερωτευμένοι όταν επιθυμούν ο ένας τον άλλον σεξουαλικά. Η αγάπη μπορεί να εμπνεύσει την επιθυμία για σεξουαλική ένωση κι όταν γίνει αυτό, η σωματική σχέση είναι ένα με την τρυφερότητα. Αν η επιθυμία για σωματική ένωση δεν έχει προκληθεί από αγάπη, τότε ποτέ δεν οδηγεί σε κάτι πέρα από μια φευγαλέα ένωση.
Η ώριμη ερωτική αγάπη θα πρέπει να είναι ουσιαστικά μια πράξη θέλησης. Να δεσμεύει κανείς τη ζωή του απόλυτα στη ζωή ενός άλλου προσώπου. Το να αγαπά κανείς κάποιον δεν είναι απλώς ένα δυνατό συναίσθημα -είναι μια απόφαση, μια κρίση, μια υπόσχεση. Η αγάπη δεν είναι αποτέλεσμα σεξουαλικής ικανοποίησης.
Αντίθετα, η σεξουαλική ευτυχία -ακόμα και η γνώση της λεγόμενης σεξουαλικής τεχνικής- είναι αποτέλεσμα της αγάπης. Αν ένα ανίκανο ή ψυχρό πρόσωπο μπορέσει να αναδυθεί από τον φόβο ή το μίσος και να αγαπήσει, τότε τα σεξουαλικά προβλήματά του λύνονται. Αν δεν μπορέσει, τότε καμιά σεξουαλική τεχνική δεν θα το βοηθήσει.
Οι πραγματικές συγκρούσεις δεν είναι καταστρεπτικές. Όταν αντιμετωπιστούν τίμια, οδηγούν σε ένα ξεκαθάρισμα από το οποίο και οι δύο βγαίνουν κερδισμένοι σε δύναμη και γνώση. Η αγάπη είναι εφικτή μόνο αν δύο πρόσωπα επικοινωνούν μεταξύ τους από το κέντρο του είναι τους και αν δεν προσπαθούν να αποφύγουν τα προβλήματά τους.
Μόνον ο άνθρωπος που έχει πιστή στον εαυτό του μπορεί να είναι πιστός στους άλλους. Η αγάπη είναι μια δύναμη που παράγει αγάπη. Η ικανότητα να αγαπά κανείς σαν μια πράξη δοσίματος εξαρτάται από το κατά πόσο ο χαρακτήρας του ανθρώπου έχει εξελιχτεί πέρα από την ανάγκη της εξάρτησης, από την αγάπη του εαυτού του, από την επιθυμία να χρησιμοποιεί και να εκμεταλλεύεται τους άλλους ή να συσσωρεύει.
Αγαπώ σημαίνει εγκαταλείπομαι χωρίς καμία εγγύηση, δίνομαι εντελώς ελπίζοντας ότι η αγάπη μου θα αφυπνίσει την αγάπη στον άλλον.
Αν ένα πρόσωπο αγαπά μονάχα ένα άλλο πρόσωπο και αδιαφορεί για τους άλλους συνανθρώπους του, η αγάπη του δεν είναι αγάπη, αλλά μεγενθυμένος εγωισμός. Αν αγαπώ πραγματικά έναν άνθρωπο, τότε αγαπώ όλους τους ανθρώπους, αγαπώ όλον τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αυτή είναι η αδελφική αγάπη και βρίσκεται στη βάση κάθε άλλης αγάπης.
Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποξενωθεί από τον εαυτό του, από το συνάνθρωπό του και από τη φύση, έχει μεταβληθεί σε εμπόρευμα και αντιλαμβάνεται τις δυνάμεις της ζωής του σαν μια επένδυση που πρέπει να του αποφέρει το ανώτατο δυνατό κέρδος, στις δοσμένες συνθήκες της αγοράς.
Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ουσιαστικά σχέσεις αλλοτριωμένων αυτομάτων, που το καθένα βασίζει την ασφάλειά του στο να παραμένει κοντά στο κοπάδι, να μη διαφέρει στη σκέψη, στα συναισθήματα ή στην πράξη από τους άλλους. Και ενώ ο καθένας προσπαθεί να παραμείνει όσο κοντύτερα στους άλλους, όλοι παραμένουν ολοκληρωτικά μόνοι, όλοι νιώθουν να τους διαπερνά βαθύ αίσθημα ανασφάλειας και ενοχής, που πάντοτε εμφανίζεται όταν δεν ξεπερνιέται η ανθρώπινη μοναξιά. Ο πολιτισμός μας προσφέρει πολλά καταπραϋντικά που βοηθούν τους ανθρώπους να διατηρούν συνειδητή άγνοια αυτής τους της μοναξιάς.
Την αυστηρή ρουτίνα της γραφειοκρατούμενης, μηχανικής εργασίας, που κάνει τα άτομα να μην συναισθάνονται τις πιο βαθιές ανθρώπινες επιθυμίες τους, τη λαχτάρα να ξεπεράσουν τον εαυτό τους και να ενωθούν με τους άλλους.
Τη ρουτίνα της ψυχαγωγίας, με την παθητική κατανάλωση ήχων και θεαμάτων που προσφέρει η βιομηχανία της ψυχαγωγίας. Την ικανοποίηση να αγοράζει διαρκώς καινούργια πράγματα και να τα ανανεώνει.
Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι πράγματι πολύ κοντά στην εικόνα που περιγράφει ο Χάξλευ στο βιβλίο του «Ο θαυμαστός νέος κόσμος»: καλοθρεμένος, καλοντυμένος, ικανοποιημένος σεξουαλικά, ωστόσο χωρίς προσωπικότητα, χωρίς καμία επαφή με τους συνανθρώπους του εκτός από την πιο επιφανειακή, κατευθυνόμενος από συνθήματα που τόσο επιγραμματικά διατυπώνει ο Χάξλευ, όπως «όταν τα ανθρώπινα γρανάζια έχουν αισθήματα, η κοινωνική μηχανή παθαίνει εμπλοκές».
Ο κόσμος όλος είναι ένα μεγάλο αντικείμενο για την όρεξή μας, ένα μεγάλο μήλο, μια μεγάλη μπουκάλα, ένας μεγάλος μαστός, κι εμείς θηλάζουμε, πάντα προσδοκούμε, ελπίζουμε και πάντα απογοητευόμαστε. Ο χαρακτήρας μας είναι ρυθμισμένος να ανταλλάσσει και να παίρνει, να αλλάζει και να καταναλώνει. Το καθετί, πνευματικό ή υλικό, γίνεται αντικείμενο ανταλλαγής και κατανάλωσης.
Τι δίνει αλήθεια ένας άνθρωπος στο συνάνθρωπό του; Δίνει από τον εαυτό του, από το πιο πολύτιμο που έχει, δίνει από τη ζωή του. Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θυσιάζει τη ζωή του για τον άλλο, αλλά ότι του δίνει από εκείνο που είναι ζωντανό μέσα του. Του δίνει από τη χαρά του, από το ενδιαφέρον, την κατανόηση, τη γνώση, το χιούμορ, τη θλίψη του- απ’ όλες τις εκφράσεις και εκδηλώσεις της ζωής που κρύβει μέσα του. Και καθώς δίνει μ΄ αυτό τον τρόπο, εμπλουτίζει το συνάνθρωπο, δυναμώνει το αίσθημα της ζωντάνιας του με το να δυναμώνει τη δική του αίσθηση ύπαρξης. Δε δίνει με σκοπό να πάρει. Η προσφορά είναι από μόνη της μια εξαίσια χαρά. Καθώς όμως δίνει, δεν μπορεί παρά να γεννήσει κάτι καινούργιο μέσα στον άλλο άνθρωπο και αυτό που γεννιέται αντανακλάται πάλι σ’ αυτόν.
Αλλά πέρα από το στοιχείο της προσφοράς, ο ενεργητικός χαρακτήρας της αγάπης γίνεται φανερός στο ότι πάντα περιέχει ορισμένα βασικά στοιχεία που είναι κοινά σε όλες τις μορφές της αγάπης. Αυτά τα στοιχεία είναι: φροντίδα, ευθύνη, σεβασμός και γνώση.»
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Έριχ Φρομ, Η τέχνη της αγάπης εκδ. Μπουκουμάνης, Αθήνα 1978